Σαλέντο: Εκεί όπου η καρδιά μιλάει ελληνικά

Το ταξίδι στο Σαλέντο είναι ταξίδι στο χώρο και στο χρόνο. Στον χρόνο που έχει παγώσει στα ιδιωματικά ελληνικά που μιλούν οι κάτοικοι της περιοχής. Ταξίδι σε έναν χώρο διάσπαρτο με ελληνικά μνημεία, κυρίως με βυζαντινά και πάνω απ’όλα ένα ταξίδι στα πρόσωπα, τις χειρονομίες, τις κινήσεις, τα λόγια, τα αισθήματα των ανθρώπων.
Η υποδοχή είναι θερμή. Μόλις μαθαίνουν ότι είμαι Έλληνας, ανοίγουν διάπλατα τα σπίτια τους. Ο φίλος μου ο Τζουζεπε, ο οποίος εκτελεί και χρέη οδηγού- ξεναγού, είναι από τον πολιτιστικό σύλλογο του χωρίου Καλημέρα.
Το ταξίδι άρχισε ανάμεσα στις γιορτές του Πάσχα και στις γιορτές της Άνοιξης.
Οι Γκρίκι είναι πάντα εδώ για να υποδεχτούν τον Έλληνα ταξιδιώτη. Οι δικοί μας άνθρωποι. Κι όμως οι κάτοικοι αυτού του συμπλέγματος των χωριών της Απουλιας, ως απόγονοι των Ελλήνων που έφτασαν εκεί στην αρχαιότητα και κυρίως στα βυζαντινά χρόνια, θεωρούν τους εαυτούς τους Ιταλούς. Όμως διαλαλούν την διαφορετικότητα τους. Δεν είναι απλά Ιταλοί. Είναι Ιταλοί Γκρίκι. Παλεύουν να διατηρήσουν την διάλεκτο που έχουν μάθει από τους γονείς και τους παππούδες τους και προσπαθούν να τη μάθουν και στα παιδιά τους.
Μέσα στο άγριο τοπίο, που θυμίζει τους τόπους της μακρινής καταγωγής τους, την Κρήτη και τη Μάνη, ανάμεσα στις ελιές, τ΄ αμπέλια και τις ξερολιθιές, οι άνθρωποι επιμένουν να διατηρούν τη διαφορετικότητα τους, ως αντίσταση στην ομογενοποίηση και την ισοπέδωση.
Το Σαλέντο ήταν ανέκαθεν αδιάσπαστα συνδεδεμένο με την ιστορία της Ελλάδας και των πόλεων της. Οι ιστορικό-αρχαιολογικές μελέτες μαρτυρούν σπέρματα επαφών με την ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Μεσόγειου, ήδη από την 2η χιλιετία π.χ., περίοδο ανάπτυξης και εξάπλωσης της τέχνης των μετάλλων.
Από αρχιτεκτονικής πλευράς, αυτό μεταφράζεται στην εισαγωγή ενός νέου τρόπου δομικής τεχνικής, των μικρών θόλων που υποστηρίζονται από χαμηλούς λιθοπερίβολους που θυμίζουν πολύ τους μυκηναϊκούς θόλους. Αργότερα, το πρώτο αυτό αναγνωριστικό ρεύμα αναζωπυρώνεται στο δεύτερο μισό του 8ου αιώνα (άνθηση της πόλης), όταν οι Λακεδαίμονες ιδρύουν τον Τάραντα «αγκάθι» στα πλευρά των γηγενών φυλών του Σαλέντο. Ο ελληνικός τρόπος ζωής διαποτίζει τους γηγενείς προετοιμάζοντας τους για το τρίτο ελληνιστικό κύμα, από τον 6ο αιώνα ως και το δεύτερο μισό του 4ου αιώνα, όπου για το Σαλέντο αποτελεί σημείο καμπής, αφού πλέον έχουμε γραπτές μαρτυρίες. Με την έλευση των Ρωμαίων, οι επαφές με την Ελλάδα διαταράσσονται, δίχως αυτό να σημαίνει τη διακοπή τους, αφού ο ρωμαϊκός πολιτισμός αποτελεί τη φυσική συνέχεια του ελληνικού.
Αργότερα, η σκυτάλη θα περάσει στη Βυζαντινή αυτοκρατορία που στην προσπάθεια της να διατηρήσει ή να επανακτήσει τα περάσματα της « γης του Οτράντο», πόρτας προς τη δυτική Μεσόγειο, εγκαθιστά στη ενδοχώρα του Σαλέντο ομάδες στρατιωτών, καθ’ όλη την διάρκεια των ελληνο-γοτθικών πόλεμων (535-353 μ.χ). Στη συνέχεια ο Βασίλειος ο Πρώτος για τη διατήρηση των δικαιωμάτων κατοχής στην νευραλγική περιοχή του Σαλέντο, θα δρομολογήσει, οργανώνοντας και κατευθύνοντας το μοναστικό ρεύμα από την Καππαδοκία.
Η άφιξη των μοναχών και των παπάδων, όπως μαρτυρούν κείμενα και κρύπτες στολισμένες με βυζαντινές αγιογραφίες, ξυπνούν ξανά τις παλιές αναμνήσεις αποκρυσταλλώνοντας οριστικά μετά το 1500μ.χ την ελληνική νησίδα στο Σαλέντο.
Οι Γκρίκι κρατούν προφορικά, άσβηστη τη γλωσσική και πολιτιστική τους ιδιαιτερότητα πριν και μετά την ενοποίηση της Ιταλίας. Σήμερα πλέον είναι αναγνωρισμένη ως γλωσσική μειονότητα των γκρεκόφωνων του Σαλέντο.
To ταξίδι στα πρόσωπα και στα συναισθήματα των ανθρώπων συνεχίζεται. Από το χωρίο Καλημέρα και πάντα με παρέα τον Τζουζέπε στο Κολιάνο Ντ΄Οτράντο από εκεί στην Στερμάτια στο Μαρτάνο και πάλι από την αρχή. Τα πρόσωπα και οι χώροι διαφορετικοί, αλλά τα συναισθήματα και η ένταση τους η ίδια.
Ο Τσίτσι Καφάρο o λαϊκός ποιητής του Καλημέρα μιλάει με πολύ πάθος για την προσπάθεια διατήρησης της παράδοσης και μας απαγγέλλει μια σειρά από τα ποιήματα του. Οι προετοιμασίες για το Πάσχα καθώς επίσης και για το μεγάλο πανηγύρι που παραδοσιακά γίνεται μέσα στους ελαιώνες που περιβάλουν το εκκλησάκι του Σαν Βίτο, είναι ασταμάτητες και εμφανείς σ’όλα τα χωριά. Ο φούρναρης Τζεζάριο Ντιμίτρι δεν σταματά μαζί με τους γιους του να ψήνουν και να ετοιμάζουν τα απαραίτητα εδέσματα.
Το κάστρο στο Οτράντο δεσπόζει στο χωριό τόσο με τον όγκο του αλλά και με την άριστη κατάσταση στην οποία βρίσκεται. Εδώ προορίζεται να έχει την έδρα του το μελλοντικό μουσείο όλης της ελληνόφωνης περιοχής της Απουλίας.
Η βόλτα μου στο εσωτερικό του μου επιφύλαξε εκπλήξεις.
Εκεί βρήκα την οικογένεια του φύλακα σε κατάσταση διονυσιακής έκστασης. Το γλέντι απ’ ότι κατάλαβα ξεκίνησε από το πρωί! Η παρουσία μου είχε σαν αποτέλεσμα να μπει περισσότερο ελληνικό χρώμα στην γιορτή. Ήθελαν να με κάνουν να νιώσω οικεία και να δηλώσουν τις ρίζες τους και την καταγωγή τους.
Στο καφενείο του χωρίου στη Στερμάτια θα έλεγες ότι ξεκίνησε ένας άτυπος διαγωνισμός μεταξύ των γερόντων για να αποδείξουν ότι κατέχουν κάλα την ελληνική γλώσσα. Μέχρι και με κρητική προφορά προσπαθούσαν να μου μιλήσουν.
Εγκαταλείποντας την περιοχή, παίρνω μαζί μου τα έντονα συναισθήματα που βίωσα τις μέρες που έμεινα μαζί με τους ανθρώπους του Ιταλικού νότου και τη μεγάλη προσπάθεια τους να διαφυλάξουν τη διαφορετικότητα τους μέσα στη πολυπολιτισμική λεκάνη της Μεσόγειου που ενώνει τους λαούς της.