FeaturedTravel StoriesΚόσμος

Καμίνο ντε Σαντιάγο ντε Κομποστέλα: Ο δρόμος του Αγίου Ιακώβου, α΄μέρος

Ένα περπάτημα “προσκύνημα” 900 χιλιομέτρων από τα Πυρηναία ως το Φινιστέρε, “το τέλος του κόσμου” στον Ατλαντικό.

Θυμάμαι αρκετά χρόνια πριν, ταξιδεύοντας στην Ινδία, μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση ότι κατα μήκος των εθνικών και των επαρχιακών δρόμων έβλεπα ομάδες ανθρώπων να κινούνται ξυπόλητοι κρατώντας σημαίες και λάβαρα, πεζοπορώντας πολλά χιλιόμετρα, με σκοπό την εκπλήρωση κάποιου προσκυνήματος ή θρησκευτικού τάματος. Τα προσκυνήματα είναι συνυφασμένα με την θρησκευτική και πνευματική κουλτούρα πολλών λαών και πολιτισμών σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη. Οι Αιγύπτιοι, οι Ινδοί, οι Φοίνικες, οι Έλληνες, οι Ιουδαίοι και οι Ρωμαίοι είχαν προσκυνήματα με απώτερο σκοπό να λάβουν κάποιο χρησμό, κάποια ευλογία ή την άφεση αμαρτιών.

Το Καμίνο ντε Σαντιάγο ντε Καμποστέλα, που έχει ξεκινήσει από την περίοδο του μεσαίωνα, είναι ένας από τους σημαντικότερους προσκυνηματικούς δρόμους της Ευρώπης και ολόκληρου του κόσμου αλλά και ένα από τα 3 σημαντικότερα προσκυνήματα για τους καθολικούς, μαζί με αυτόν του Αγίου Πέτρου της Ρώμης και των Αγίων Τόπων στα Ιεροσόλυμα. Αποτελείται από πολλές εναλλακτικές διαδρομές εντός και εκτός Ισπανίας όπου η πιο διάσημη είναι το «Καμίνο Φρανθές», η γαλλική διαδρομή.

pirinaia-1

Για το Καμίνο ντε Σαντιάγο ντε Καμποστέλα  ο περισσότερος κόσμος έχει πληροφορηθεί μέσα από τα βιβλία του Πάολο Κοέλιο και της Σίρλεϊ Μακλέιν ή  από την ταινία “The Way” (2010) με τον Μάρτιν Σιν του Εμίλιο Εστεβές. Πριν λίγα χρόνια είχα μόνο 20 μέρες και αποφάσισα να περπατήσω 550 χιλιόμετρα αυτού του δρόμου χωρίς να κάνω όλη τη διαδρομή. Όμως η ιδέα είχε ωριμάσει μέσα μου και είπα να το κάνω όλο το «γαλλικό δρόμο», το «Καμίνο Φρανθές». Ξεκινώντας από τη Γαλλία ανεβαίνοντας τα Πυρηναία, αποφάσισα να διασχίσω όλη την Ισπανία φτάνοντας μέχρι τον Ατλαντικό.

Σίγουρα αυτό το περπάτημα δεν είναι μόνο το «ρεκόρ» των  900 περίπου χιλιομέτρων που πραγματοποιήθηκε μέσα σε 32 μέρες συνεχούς και επίπονης προσπάθειας. Όποιος μένει μόνο σε αυτό χάνει την ουσία της διαδρομής. Ο πρωταρχικός σκοπός του  κοπιαστικού οδοιπορικού, ήταν και είναι  το προσκύνημα στο ναό του Αγίου Ιακώβου, στο  Σαντιάγο ντε Κομποστέλα όπου πιστεύεται ότι υπάρχουν τα οστά του Αποστόλου. Από τότε κάθε «προσκυνητής» έχει ένα πλήθος λόγους για τους οποίους περπατάει που ξεπερνάνε τα όρια ενός θρησκευτικού «τάματος».

pirinaia-4

Το Καμίνο για μένα ήταν τέσσερα πράγματα. Πρώτον, μια άμεση επαφή με τη φύση της Ιβηρικής χερσονήσου, τα βουνά της, τα δάση της, τους κάμπους και τα χωράφια της.  Δεύτερον, μια βαθιά γνωριμία με τον πολιτισμό της Ισπανικής γης, με την αρχιτεκτονική των μεγάλων της πόλεων και την απλότητα των μικρών χωριών της, τα ήθη και τα έθιμα της, τις μουσικές της, τα εδέσματα της. Τρίτον, η γνωριμία με ανθρώπους από όλα τα μήκη και πλάτη της υφηλίου αφού γνώρισα ανθρώπους από όλο τον κόσμο. Όμως το πιο δυνατό και σημαντικότερο στοιχείο του περπατήματος ήταν αυτή η μοναδική πολύ ιδιαίτερη και βιωματική σχέση που αναπτύσσει κάθε άνθρωπος με τον εαυτό του. Εδώ τα βήματα σου γίνονται «κλειδιά» που ανοίγουν σκονισμένες πόρτες και οδηγούν σε ανυποψίαστα δωμάτια. Περπατώντας μαθαίνεις και τακτοποιείς. Αμβλύνεις τα όρια σου αφού συνειδητοποιείς ότι δεν είσαι μόνο αυτό που σου δείχνει ο καθρέφτης της καθημερινότητας που έχεις επιλέξει να ονομάζεις «ο εαυτός μου», «η ζωή μου».

Σαν Ζαν Πιερ ντε Πορτ: Πριν το ξεκίνημα

Το λεωφορείο με άφησε στην πλατεία του Σαν Ζαν Πιερ ντε Πορτ στους πρόποδες των Πυρηναίων. Ζαλισμένος από τη διαδρομή πήρα το σάκο μου, που στο αεροδρόμιο είχα δει ότι ζύγιζε πάνω από 12 κιλά και άρχισα να κάνω τα πρώτα μου βήματα στο παραμεθόριο γαλλικό χωριό. Μαζί μου περπατούσαν και κάποιοι άλλοι με σακίδια πλάτης όπου η κοινή λογική έλεγε ότι ήταν «προσκυνητές». Όλοι μαζί χωρίς πολλά λόγια κατευθυνθήκαμε προς αναζήτηση κρεβατιού σε κάποιο  καταφύγιο-κατάλυμα  όπου θα ξαποστέναμε πριν από το ξεκίνημα μας.

Ο Χουάν Κάρλος από τη Γαλικία της Ισπανίας, ο Οσκαρ από την Ιορδανία και ο Τζέιμς από την Αγγλία, ένα πολυεθνικό χαρμάνι περιπατητών. Πρώτα φτάσαμε στο Γραφείο Προσκυνητών του χωριού, δώσαμε τα στοιχεία μας και πήραμε το “διαβατήριο του προσκυνητή”, απαραίτητο για τη διαμονή μας στα καλύμματα που ονομάζονται Αλμπέργκε. Μαζί με την κάρτα πήραμε ένα όστρακο και συγκεκριμένα ένα  χτένι, σύμβολο του περπατήματος αφού οι αυλακώσεις του συμβολίζουν τους δρόμους που όλοι καταλήγουν στο Σαντιάγο. Το κρεμάσαμε στο σάκο μας για να δίνει δύναμη στο μακρύ μας δρόμο. Η διαμονή κόστιζε 8 ευρώ το άτομο και είχε και δωρεάν πρωινό. Σε όλη τη διαδρομή μέχρι το Σαντιάγο και το Φινιστέρε, κάθε 5 με 10 χιλιόμετρα,  υπάρχουν καταλύματα με ανάλογο κόστος (από 5 ευρώ).Έτσι ο προσκυνητής μπορεί να επιλέξει τη δική του διαδρομή, ανάλογα με τις αντοχές του και το διαθέσιμο χρόνο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι περισσότεροι προσκυνητές- περιπατητές είχαν έρθει να περπατήσουν μόνοι τους και γι’ αυτό το λόγο ήταν ανοιχτοί στην επικοινωνία με τους άλλους. Όλοι ελεύθερα μιλάγανε με όλους αφού έχουν κοινά προβλήματα να αντιμετωπίσουν, κοινές απορίες, κοινές αγωνίες. Την νύχτα όλοι ξαπλώσαμε νωρίς αφού οι πόρτες του καταλύματος έκλειναν στις 22.00 κυρίως γιατί λόγω της ζέστης το περπάτημα ξεκινά πριν το ξημέρωμα. Ακούγοντας τις πολυπληθείς ανάσες γύρω μου ένιωθα κάπως μαγκωμένος μέσα στην αίθουσα με τα πολυάριθμα δίπατα κρεβάτια αφήνοντας πίσω μου την συνηθισμένη ασυλία του ήσυχου υπνοδωματίου του σπιτιού μου. Κατά τη διάρκεια της νύχτας ανακάλυψα πόσο απαραίτητο αξεσουάρ ήταν οι ωτοασπίδες για να μπορέσω να απομονωθώ από το θόρυβο  ανεξέλεγκτων  κακόηχων ρόγχων…

Το πέρασμα των Πυρηναίων

Οι πρώτοι θόρυβοι από τα σακίδια που ανοιγόκλειναν ξεκίνησαν πριν από τις 5.00 το πρωί. Όλοι σιγά σιγά, ακούγοντας ο ένας τον άλλο, σηκώνονταν όρθιοι και ετοιμάζονταν. Η πρώτη μέρα θεωρείται από πολλούς από τις δυσκολότερες του οδοιπορικού αφού ο πρώτος συνήθης σταθμός είναι στο Ροντεσβάγες που απέχει από το Σαν Ζαν 27 χιλιόμετρα κοπιαστικής ανηφόρας και  απότομης κατηφόρας. Η πρωινή υγρασία στους πρόποδες των  Πυρηναίων τρυπούσε κόκαλα και η θερμοκρασία τις πρώτες πρωινές ώρες ήταν γύρω στους 10 βαθμούς, παρόλο που βρισκόμαστε στην καρδιά του καλοκαιριού. Η πάχνη  κάλυπτε τα πάντα . Ήχοι της φύσης όπως θροΐσματα από δέντρα, ρυάκια με νερό, βελάσματα και τιτιβίσματα ηχούσαν παντού. Μυρωδιές χορταριών και λουλουδιών άλλαζαν από μέρος σε μέρος, δίνοντας σου ακόμα ένα κίνητρο να περπατήσεις όλο και πιο γρήγορα όλο και πιο κεφάτα. Όλο αυτό το σκηνικό ξυπνά το σώμα και του δίνει αυτό που χρειάζεται. Λόγο για να ζει φυσικά, απλά, απέριττα. Εδώ μαθαίνεις να ζεις χωρίς πολυτέλειες, με τα απολύτως απαραίτητα. Μαθαίνεις ότι ο καταναλωτισμός δεν είναι  εσωτερική ανάγκη, αλλά έξωθεν επιβαλλόμενη συνήθεια. Το περπάτημα σου μαθαίνει την βαρύτητα που έχει η απλότητα.

Ο δρόμος σιγά σιγά γίνεται όλο και πιο αναφορικός, τα βήματα όλο και βαριά, όλο και πιο δύσκολα. Η κλίση της ανηφόρας σε πολλά σημεία είναι πολύ μεγάλη και το σακίδιο στην πλάτη γίνεται συνεχώς όλο και πιο ανασταλτικός παράγοντας να κινείσαι άνετα. Καθώς ανεβαίνουμε, το σκηνικό γίνεται πιο ατμοσφαιρικό. Τοπίο σχεδόν γυμνό από δέντρα,  χαμηλό χορτάρι και σκόρπια πάνω στις πλαγιές κοπάδια αιγοπρόβατα και σωροί από βράχους που μοιάζουν με κοπάδια. Σιγά σιγά μια παχιά ομίχλη καλύπτει τα πάντα. Η ορατότητα μειώνεται στο ελάχιστο. Νιώθω ότι περπατώ μέσα στο σύννεφο. Μια περίεργη αίσθηση ουρανού. Μια επίγευση παραδείσου. Το σώμα αλαφραίνει. Περπατάει μόνο του. Χωρίς τα πόδια. Χωρίς καμιά προσπάθεια. Δεν κατάλαβα πότε από τα 200 μέτρα στο Σαν Ζαν πως έφτασα στα 1400 μέτρα. Δεν κατάλαβα πως πέρασαν τόσες ώρες χωρίς καμία στάση. Είχαμε ήδη μπει στην Ισπανία.

Κατεβαίνοντας το δάσος άρχισε να πυκνώνει, ενώ τα πεσμένα στο έδαφος φύλλα αρχίζουν να σχηματίζουν πυκνό χαλί που ανακουφίζει τα κουρασμένα μας πόδια. Σιγά σιγά το κατέβασμα γίνεται όλο και πιο απότομο. Τα γόνατα και τα πόδια αναγκάζονται να κρατάνε φρένο. Όσοι έχουν μπαστόν (ορειβατικά μπαστούνια) δεν ζορίζονται τόσο. Εγώ δεν ανήκω σε αυτούς. Λόγω της μεγάλης κλίσης γλιστρώ και πέφτω όμως εξαιτίας της έντονης αδρεναλίνης που εκκρίνει το σώμα μου από την υπερπροσπάθεια, σηκώνομαι αμέσως. Χρειάζονται ένα στήριγμα. Παρατηρώ τα δέντρα γύρω και κόβω ένα κλαδί που με βολεύει. Αυτό το «μπαστούνι» θα με συντροφεύει σε όλο το οδοιπορικό μου.

Τελικά στο Ροντεσβάγες έφτασα από τους πρώτους. Πριν ακόμα ανοίξει το Αλμπέργκε. Ώρα για διατάσεις γιατί οι μύες μετά από τόσα χιλιόμετρα πονάνε υπερβολικά. Ευτυχώς το Αλμπέργκε είναι σχετικά καθαρό και άνετο. Ώρα για καλό φαγητό και κρασί. Το κρασί μετριάζει κάθε μυικό πόνο και γεμίζει το ρεζερβουάρ για την επόμενη μέρα. Όμως κάνει το σημαντικότερο. Ανοίγει τις καρδιές των περιπατητών. Και όλοι άνθρωποι που έχουν έρθει εδώ από τα 4 σημεία του ορίζοντα νιώθουν ότι μένουν στη ίδια γειτονιά.

Ναβάρα: η γειτονιά των Βάσκων

Στο βορειοανατολικό τμήμα της Ιβηρικής χερσονήσου, τα Πυρηναία χωρίζουν τη Γαλλία από την Ισπανία. Εκεί υπάρχουν δύο αυτόνομες περιοχές: Το Εουσκάδι (όπως ονομάζουν οι Βάσκοι τη χώρα τους) και η Ναβάρα. Αυτές οι δύο περιοχές συνδέονται από πολύ παλιά με κοινή γλώσσα την euskera που είναι διαδεδομένη με πολλές παραλλαγές στην ευρύτερη περιοχή. Εντύπωση μου έκανε ότι σε αρκετά χωριά και πόλης της Ναβάρας είδα βασκικές σημαίες και σε κάποιους τοίχους αφίσες και συνθήματα του τύπου: «Επισκέπτη, μη ξεχνάς ότι δεν είσαι ούτε στην Ισπανία ούτε στη Γαλλία, αλλά στη χώρα των Βάσκων!!!»

Από το Ροντεσβάγες περπατώντας μέσα από πυκνά δάση και γραφικά  χωριά όπως το Burguete, το Lintzoan, το Zubiri και το Larrasoania φτάσαμε στην πρωτεύουσα της Ναβάρας, την Παμπλόνα ή Ιρούνια όπως τη λένε οι ντόπιοι.

Εκείνες τις μέρες η πόλη προετοιμαζόταν πυρετωδώς για τη γιορτή του Σαν Φερμίν. Αυτή τη γιορτή την είχε κάνει διάσημη ο ‘Ερνεστ Χεμινεγουέι στο έργο του “Και ο Ήλιος ανατέλλει”. Κατά τη διάρκεια αυτής της γιορτής ελεύθεροι ταύροι κινούνται μέσα στους δρόμους της πόλης, κυνηγώντας τολμηρούς ντόπιους και επισκέπτες που τους προκαλούν να παραβγούν μαζί τους σε ένα αλλόκοτο κυνηγητό που οδηγεί σε μια αρένα όπου διεξάγονται ταυρομαχίες.

Όμως το πιο δυνατό χαρτί αυτής της πόλης είναι η κουζίνα της. Ανυποψίαστοι μια παρέα οδοιπόρων μπήκαμε μέσα σε ένα από τα πολλά μπαρ που βρίσκονται κοντά στην ατμοσφαιρική Πλάθα ντελ Καστίγιο. Αν και νωρίς το μεσημέρι τα μαγαζιά ήταν γεμάτα κόσμο που με ένα ποτήρι κρασί στο χέρι γεύονταν μια μεγάλη ποικιλία από τα περίφημα πίντσος. Τα πίντσος είναι μικρότερα από τα κλασικά ισπανικά τάπας, ένα είδος μεζέδων, αλλά όσον αφορά τη γεύση τους φτάνουν σε πολύ υψηλά επίπεδα γαστρονομίας, συνδυάζοντας φαινομενικά ετερόκλητες γεύσεις και προκαλώντας μοναδικές γευστικές εμπειρίες.

Μετά την Παμπλόνα μέσα στα όρια της Ναβάρας ανεβαίνοντας σε ένα δύσκολο πέρασμα στο alto de perdon όπου υπήρχαν οι εικαστικές φιγούρες προσκυνητών δίνοντας ένα ιδιαίτερο χρώμα στο πέρασμα.

Επόμενος σταθμός το χωρίο Πουέντε λα Ρέινα όπου δεσπόζει μια εντυπωσιακή πέτρινη γέφυρα που δημιουργεί μαζί με τα γύρω σπίτια του χωριού ένα σκηνικό που παραπέμπει σε μακρινές εποχές του παρελθόντος. Εκεί διασταυρώνεται το Καμίνο Φράνσες με το Καμίνο Αραγκόνες. Η επόμενη στάση  η Εστέλλα,το Τολέδο του βορρά όπως το αποκαλούν οι ντόπιοι, έτυχε να βρεθούμε σε μια τοπική γιορτή όπου όλοι οι κάτοικοι της πόλης ήταν τους δρόμους φορώντας τοπικές ενδυμασίες, χορεύοντας και τραγουδώντας κινούμενοι σαν λιτανεία όπου το θρησκευτικό εμπλέκονταν με το παραδοσιακό και φολκλόρ με τρόπο ιδιαίτερα γοητευτικό.

Περνώντας έξω από μια αρένα όπου διεξάγονταν ταυρομαχίες μου έκανε εντύπωση η ωμότητα με την οποία ο σκοτωμένος ταύρος μεταφερόταν πάνω σε ένα κλάρκ για να μπει μέσα σε ένα φορτηγό-ψυγείο όπου αμέσως μετά θα γινόταν μπριζόλες και κοψίδια έτοιμα προς βρώσιν και κατανάλωση.

Φεύγοντας από την Εστέλλα περάσαμε έξω από την Bodega Irache όπου για μεγάλη μου έκπληξη και ευχάριστη υπήρχε μια κρήνη που είχε νερό και κρασί προσφορά της οινοποιίας  στους ταλαίπωρους προσκυνητές. Η αλήθεια είναι πως 6.00 ώρα το πρωί δεν είχα ξαναπιεί κρασί ποτέ στη ζωή μου για πρωινό, όμως ακολουθώντας το έθιμο έβαλα το στόμα μου κάτω από τη βρύση και το ρούφηξα σα νερό. Το αποτέλεσμα ήταν να προχωρώ με ένα τρελό κέφι τραγουδώντας ακατάπαυτα.

Η διαδρομή μέχρι το Τόρες ντελ Ρίο θα μου μείνει βαθιά χαραγμένη στην ψυχή για το μοναδικό φως της. Η ποιότητα του φωτός εδώ έχει μια μαγεία. Το φαινομενικά αδιάφορο τοπίο των χωραφιών και χαμηλών λόφων μετατρεπόταν σε ένα πολύ ιδιαίτερο σκηνικό που ξεπερνούσε τα όρια του χωροχρόνου. Τα βήματα μου ήταν ανάλαφρα και εκστασιασμένος από την ατμόσφαιρα του τοπίου δεν ένιωθα τις φουσκάλες που άρχισαν να πληθαίνουν στις πατούσες μου ούτε από τους φυσιολογικούς μυϊκούς πόνους λόγω της υπερπροσπάθειας. Δεν ένιωθα ότι περπατούσα αλλά ότι πετούσα…

Φτάνοντας στο Τόρες ντελ Ρίο συνάντησα ένα ζευγάρι Πορτογάλων που ξεκινούσε ένα ταξίδι από τη Λισαβόνα, διαμέσου του Καμίνο ντε Σαντιάγο, μέχρι τα Ιεροσόλυμα! Το βράδυ πάντως στο μοναδικό μπαρ στην πλατεία του χωριού καταφέραμε εγώ,  ο Ενρίκε από Μάλαγα και ο Βισέντε από το Βέλγιο, με μια κιθάρα  να κάνουμε τους υπεύθυνους του κοιτώνα να παρατείνουν τα όρια του σιωπητηρίου στον κοιτώνα μας και να μας αφήσουν να πάμε για ύπνο μετά τις 23.00. Νύχτα κραιπάλης για τα δεδομένα του Καμίνο…

Βαγγέλης Πρωτόπαπας

ΜΟΥΣΙΚΟΣ-ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ Γεννήθηκα στην Αθήνα και έκανα τις πρώτες μου εξερευνήσεις λίγα χιλιόμετρα απ ότο κέντρο, στα βράχια και στις σπηλιές των Τουρκοβουνίων. Δυνατές παιδικές καλοκαιρινές εμπειρίες στην Τήνο και στα Θερμιά, τόποι καταγωγής μου. Στο Ρέθυμνο σπούδασα Παιδαγωγικά και μετά στο Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών. Ακολούθησαν αρκετά χρόνια μουσικές σπουδές και το 2002 ξεκίνησα τη διδακτορική μου διατριβή στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών της Φιλοσοφικής της Αθήνας, μια έρευνα γύρω από τις μουσικές προτιμήσεις των μαθητών του Δημοτικού που ολοκλήρωσα το 2009. Εργάζομαι ως μουσικός και ως δάσκαλος στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Έχω αξιωθεί να ταξιδέψω, μέχρι στιγμής, σε περισσότερες από 65 χώρες και ελπίζω να ταξιδέψω και στις υπόλοιπες μέχρι να φύγω.

Σχετικά Άρθρα

Back to top button