Travel StoriesΕλλάδα

Οι άνθρωποι του carnet de voyage θυμούνται… κάποια Χριστούγεννα

Ένα ταξίδι στις σχισμές των γιορτών. Εικόνες κι αναμνήσεις από τα δικά μας Χριστούγεννα που μας σημάδεψαν για πάντα.

Θυμάμαι… Σπύρος Τσακίρης

2

…λέει, από τα χρόνια που θα έρθουν, μάτια γεμάτα χρώματα, μυρωδιές από γλυκά, ζέστη μέσα μας και παντού παιδικά γέλια! Ήταν Χριστούγεννα τότε, κοιτούσα το χιόνι από το παράθυρο να σκεπάζει τη θάλασσα και να χάνεται στην αγκαλιά της, να γίνεται το ένα της. Η λεμονιά στην αυλή, να ξεμωραίνεται, να παίζει κι αυτή με τις νιφάδες. Εκείνο το κόκκινο, να φεύγει από τα χείλη σου και να γίνεται πεφταστέρι, ντάλα μεσημέρι. Κάπου πιο εκεί, ο Ραχμάνινοφ να γράφει μουσική κι εγώ να μη θυμάμαι τίποτα από τα πριν. Τα σύννεφα μου στρόγγυλα και ο ήλιος να ξεμακραίνει. Χριστούγεννα, η μουσική και το ταξίδι. Σαν την αγάπη των Ιχθύων…

Ο χορός των περσινών Χριστουγέννων…Ντορίτα Λουκίσσα

1

Ξεκίνησαν σε ένα κουτί, στριμωγμένα. Για να ταξιδέψουν από τη Γερμανία στην Αθήνα. Ένα χριστουγεννιάτικο δώρο, πολύτιμο σαν παιδικό παιχνίδι.

Έφτασε στο σπίτι μας πριν μερικά χρόνια κι εκείνη, η μητέρα (δικό της ήταν), το έβγαζε πάντα πρώτο, όταν στόλιζε το σπίτι.

Δεν άφηνε κανέναν να πλησιάσει τα αγγελάκια του, ούτε να ανάψει τα κεριά του. Περίμενε πάντα το βράδυ της 26ης Δεκεμβρίου, που είχε τα γενέθλια της, να το κάνει μόνη της.

Ποτέ δεν ξεκίνησε το ταξίδι του κανονικά, στη φορά της φλόγας. Κι εκείνη “έσκαγε” κι εμείς την κοροϊδεύαμε.

Πέρσι, πάλι την ίδια μέρα, το χριστουγεννιάτικο παιχνίδι γύρισε για πρώτη φορά από μόνο του. Χόρεψε για ώρα. Πολλή ώρα. Μέχρι που δεν έμεινε ούτε ίχνος από τα κεριά.

Πήγε να τη βρει. Κι εκείνη και τα Χριστούγεννα. Αφού τα πήρε για πάντα μαζί της.

Τα μολυβένια στρατιωτάκια…Χρήστος Σιάφκος

4Δεν θυμάμαι καν αν ήταν τσολιαδάκια, αμερικανοί πεζοναύτες, γρεναδιέροι, κοζάκοι ή Βρετανοί της βασιλικής φρουράς. Θυμάμαι μονάχα εκείνη τη στενή, ολόφωτη βιτρίνα, κάπου πίσω από τη Μητροπόλεως.

Τέλη της δεκαετίας του ΄50 κι ο πατέρας μου, ο ήρωάς μου, με κρατούσε απ’το χέρι ·“Πάντα θα σε κρατάω από το χέρι”, του έλεγα. “Ακόμα κι όταν μεγαλώσεις;”, με ρωτούσε. “Πάντα!”, του απαντούσα.

Θυμάμαι, λοιπόν, σ’εκείνη τη βιτρίνα τα στρατιωτάκια -μπορεί, τελικά, να ήταν κι αρχαίοι έλληνες πολεμιστές- μέσα σ’ένα κουτί, με ζελατίνα στη μια πλευρά του για να φαίνονται, όρθια τα στρατιωτάκια, στη σειρά, να διαπερνούν τα παιδικά μου μάτια και να γεμίζουν το μυαλουδάκι μου με νίκες αγέρωχες, με κατά μέτωπο εφόδους, μ’ έναν ηρωισμό αντάξιο του Κολοκοτρώνη και του Τζαβέλα, που θαύμαζα τις χρωμολιθογραφίες τους, στους τοίχους της Α΄ δημοτικού.

Πριν όμως δω εκείνη τη μαγική βιτρίνα, είχα πάει επίσκεψη -Μα ναι! Επίσκεψη- στη θεία Διαμαντούλα και στο θείο τον Μιμίκο, που ζούσαν λίγο πιο πάνω απ’ τους “Αέρηδες”, στην καρδιά της Πλάκας, δυο βήματα από το μεγάλο Πλάτανο.

Σαράντα χρόνια αργότερα, έγραφα στην “Ελευθεροτυπία”: “Συνεχίζοντας επί της οδού Διογένους, φτάνουμε στην πλατεία, όπου μάλλον θα σταθούμε για φαγητό. Είναι εδώ το ιστορικό εστιατόριο “Πλάτανος”, ιδρυθέν πριν από το 1930, από τον Θοδωρή Κορονιό, που διατηρεί τώρα ο γιος του Παναγιώτης. Απέναντι ήταν κάποτε και το καφενείο ο “Πλάτανος”. Ο ιδρυτής του, ο Ρερές, έφυγε, το ίδιο και ο γιος του. Το μαγαζί είναι κλειστό πια κι έτσι δεν μπορούμε να επισκεφτούμε το ιερό ενός πρωτοχριστιανικού ναού, που βρίσκεται πίσω από την πόρτα της κουζίνας του. Σ’ ένα άνοιγμα της πλατείας, εκεί όπου μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’60 υπήρχε μια αυλή με καμαράκια, όπου ζούσε ένας κουλουράς, ο Μιμίκος, με τη γυναίκα του τη Διαμαντούλα, που έφτιαχνε ανθάκια για στέφανα σε κάτι ιδιότυπους εργαλειούς, σήμερα υπάρχει η προτομή του Περικλή Βυζάντιου (1893-1972). Το ατελιέ του ζωγράφου ήταν στον πρώτο όροφο της ταβέρνας. Εκεί, μάλιστα, είχε εργαστεί και ο γλύπτης Φωκίωνας Ρωκ, ολοκληρώνοντας το γλυπτό του ‘Αγνωστου Στρατιώτη. Είναι μια πλατεία αυτή γεμάτη μνήμες.”

Λέω, πέρασαν τα χρόνια και γέμισε η μνήμη αποθαμένους, χάθηκαν και τα στρατιωτάκια που, εκείνο το -προ Χριστουγέννων- βράδυ, μου είχε αγοράσει ο πατέρας. Όμως, μέρες που είναι, μέσα από τα στρατιωτάκια, ξαναγυρίζω σ’ εκείνο το αβρό χέρι που με κρατούσε και κρατούσα ·ε ναι! Χριστούγεννα, η μνήμη μου όλη είναι δοσμένη στον πατέρα! Και ευτυχώς, η μνήμη μου έχει αφή και έτσι χέρι μέσα σε χέρι πορεύομαι -πατέρα- και σε κρατάω ζωντανό όσο θα ζω. Για όσο ακόμα…

Χριστούγεννα… στην πυρά! Στέλιος Ματσάγγος

3

H παρέα, φίλοι επιστήθιοι, το χωριό χιονισμένο, το σπίτι απόμερο… Ιδανικές χριστουγεννιάτικες συνθήκες!Φτάνοντας στη Σουβάλα, κάναμε μια στάση για τις τελευταίες προμήθειες. Στο αγροτόσπιτο, έγινε ο απαραίτητος καταμερισμός εργασίας κι εγώ ανέλαβα να ζεστάνω το σπίτι.

Αφού κουβάλησα τόσα ξύλα όσα θεωρούσα ότι ήταν αρκετά για το υπόλοιπο του απογεύματος και την επερχόμενη, κρύα νύχτα, προσπάθησα να ανάψω το τζάκι. Τα ξύλα, όμως, ήταν υγρά και δεν έπαιρναν φωτιά. Αναζήτησα, λοιπόν, τη λύση στο οινόπνευμα, μιας και δεν είχαμε μαζί τυποποιημένο προσάναμμα… Ευτυχώς, δε γίναμε… πρωτοσέλιδο! Η φωτιά δεν έλεγε να δυναμώσει κι έτσι άρχισα να… ψεκάζω τα ξύλα μέχρι που, εντελώς ξαφνικά, “άναψε” ο πίδακας και, αυτομάτως, όλο το μπουκάλι με το οινόπνευμα!

Εννοείται πως πανικοβλήθηκα! Ενστικτωδώς, πέταξα το μπουκάλι και τότε… πήρε φωτιά η βελέντζα, μπροστά στο τζάκι!

Με τα πολλά, αφού γλυτώσαμε με τις ελάχιστες απώλειες και συνήλθαμε από το σοκ, αποφάσισα να ασχοληθώ μόνο με ό,τι ξέρω να κάνω καλά: τη φωτογραφία!

Η συγκεκριμένη φωτό είναι ακριβώς έξω από το σπίτι.

Πολλές ευχές σε όλους!

Κάποιες γιορτές, παλιά…Άγγελος Παππάς

5Υπήρχαν κάποιες γιορτές, κάποτε, τότε που δεν είχαμε παρελθόν, παρά μόνο μέλλον… Δε φανταζόμασταν αυτά που θα ζούσαμε γιατί, τελικά, η ζωή είναι πέρα από κάθε φαντασία…

Τότε, η τυροπιτούλα της 1 δρχ. εξαργύρωνε τη λαχτάρα μας για ένα παγωτό στου Παπασπύρου, ένα προφιτερόλ στου Ζαγωρίτη, ένα πιροσκί στο “Πέτρογραντ”. Και το Σινεάκ αντικαθιστούσε την άλλη λαχτάρα μας, για κάποιο από τα θέατρα της Πανεπιστημίου και της Σταδίου, με τις ολοφώτιστες μαρκίζες τους γεμάτες με τα ονόματα των αστέρων της μεγάλης οθόνης.

Οικονομικά τα ψώνια στην Αγίου Μάρκου, την Αιόλου, την Αθηνάς. Το Μινιόν, ο Λαμπρόπουλος, ο Κλαουδάτος… “φάτε μάτια ψάρια”! Η “Πανελλήνιος Αγορά”, όνειρο απατηλό! Τα καλαντάρικα φθάναν-δε φθάναν γιά κανά τόπι , για κανά κουτί στρατιωτάκια.

Δεν ήμασταν όμως δυστυχισμένοι, παρά τα “τίποτα”. Γιατί είχαμε ένα φοβερό δώρο: το Μέλλον!

Το δέντρο της “Ενωμένης Ευρώπης”! Κώστας Κουφογιώργος

koufogiorgos-c

Στη γειτονιά που ζω, στη Γερμανία, υπάρχει εδώ και χρόνια μια παράδοση: η Καθολική και η Προτεσταντική Εκκλησία στήνουν ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο και πάνω του κρεμάνε ανώνυμα καρτελάκια με χριστουγεννιάτικες επιθυμίες, φτωχών και ανήμπορων, που μαζεύουν όλο το χρόνο. Το ονομάζουν “δέντρο των επιθυμιών” και καθένας μπορεί να πάρει ένα καρτελάκι και να εκπληρώσει την ευχή ενός άγνωστου συνανθρώπου του, ασχέτως θρησκείας, χρώματος, φυλής ή καταγωγής.

Οι περισσότεροι δε ζητάνε πολλά… Τα παιδάκια μια μπάλα, οι γονείς μια δωροεπιταγή λίγων ευρώ ή οι πρόσφυγες ρούχα… Κι όλες οι προσφορές συγκεντρώνονται στους ναούς και μοιράζονται πριν τις γιορτές.

Φέτος, όπως κάθε χρονιά, πήγα να πάρω κι εγώ μερικά καρτελάκια. Παρατηρώντας τα, μέχρι να επιλέξω, διάβασα για μια 80χρονη συνταξιούχο, η οποία δουλεύει για να συμπληρώσει το εισόδημα της ως καθαρίστρια (!) και ζητούσε λίγα χρήματα… Διάβασα για ένα Ρουμάνο εργάτη, που δεν έχει λεφτά για σπίτι και κοιμάται στο αυτοκίνητό του, και ζητούσε ένα ζεστό μπουφάν, “δεύτερο χέρι”…

Βλέπεις τα καρτελάκια και το καθένα είναι μια σφαλιάρα στην ισχυρή Ευρώπη που, όπως φαίνεται, “παράγει” μόνο φτωχούς τα τελευταία χρόνια. Που την κυβερνάνε ανεπάγγελτοι, λαϊκιστές, χαρτογιακάδες, ψευτοεπαναστάτες και κάτι απίστευτοι τύποι, που θέλουν να χτίσουν τείχη ενάντια στους πρόσφυγες. Μια Ευρώπη μίζερη, τσιγκούνα, μακριά από τις ιδέες που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί. Αν μαστίζει τόση φτώχεια τη Γερμανία, φανταστείτε τι συμβαίνει στο νότο… Πόσα τέτοια καρτελάκια υπάρχουν και πόσες ιστορίες -που ποτε δε θα μάθουμε!- έχουν να πουν…

Από δω και πέρα, λοιπόν, λέω να βαφτίσω το δέντρο “Ευρώπη”, γερμένο από όσα κουβαλάει, σκοτεινό, με μόνο φως αυτό που αντανακλάται από τα πλαστικοποιημένα καρτελάκια που κρέμονται αντί για στολίδια.

Καλά Χριστούγεννα, αγαπημένοι μας ηγέτες. Ωραία τα καταφέρατε!

Χριστούγεννα ή αλλιώς… ευκαιρία για νέες περιπέτειες. Εβίτα Ταμπάκη

tampaki

Το ταξίδι ήταν πάντα στο αίμα μας ·με τα χρόνια αποκτήσαμε και τον κατάλληλο εξοπλισμό. Έτσι, κάποια Χριστούγεννα, αποφασίσαμε να πάρουμε τα βουνά ·στην κυριολεξία!

Το τροχόσπιτο, εφοδιασμένο, εκτός από τις χιονοαλυσίδες και τα πέδιλα του σκι, με μία σόμπα που το έκανε “φούρνο” σε χρόνο dt, το τόξο μου και τη φωτογραφική μηχανή του πατέρα, “κοτσαρίστηκε” στη Σίμκα του 1980 και… φύγαμε!

Παραμονή Χριστουγέννων φτάσαμε στο Λιβάδι του Παρνασσού, βρήκαμε ένα τέλειο χώρο δίπλα στο δάσος και, αφού ο πατέρας έδωσε τις κατάλληλες οδηγίες ξεκοτσαρίσματος και σταθεροποίησης του τροχόσπιτου, αράξαμε και αφήσαμε τη μητέρα να ετοιμάσει στο κουζινάκι  το δείπνο και να τακτοποιήσει το “σπίτι”. Σκοπός; Η εξερεύνηση του δάσους με τα έλατα. Κι ίσως η μοναδική ανάμνηση από εκείνον, που έχει παραμείνει ολοζώντανη! Οι δυο μας, μέσα στο δάσος, με το τόξο για εξάσκηση, να μου δίνει μαθήματα ζωής για τη φύση και τα ζώα της, απαθανατίζοντας με τη φωτογραφική ό,τι μας έκανε εντύπωση!

Ανήμερα τα Χριστούγεννα, ένα πυκνό χιόνι κάλυψε τα πάντα και, ανοίγοντας με το ζόρι την πόρτα του τροχόσπιτου, διαπιστώσαμε ότι είχαμε… επισκέψεις! Ένα πανέμορφο ελάφι στεκόταν στην είσοδο του  δάσους και κοίταζε προς τη μεριά μας αλλά, δυστυχώς, το φιλμ στη φωτογραφική είχε τελειώσει κι έτσι η εικόνα έμεινε μόνο στη μνήμη μας. Ήταν, όμως, μάλλον το καλύτερο χριστογεννιάτικο δώρο που μου έκαναν ποτέ!

Τα παραμύθια της γιαγιάς…Γιώργος Σιδέρης

sideris

Αναμνήσεις υπάρχουν πολλές, ορισμένες όμως τις κρατώ μονάχα για μένα… Ήταν και είναι δικές μου, μερικές από αυτές τις έχω θάψει στο πίσω μέρος του μυαλού μου ·ίσως επειδή, παρά την παιδική μου ηλικία, δεν ήταν παιδικές, μιας και ορισμένες καταστάσεις θέλησαν να με μεγαλώσουν πιο γρηγορα.

Αυτή η φωτογραφία, λοιπόν, είναι σχετικά πρόσφατη… Είναι ένας καλικάντζαρος που αγοράστηκε πριν από λίγα χρόνια και τοποθετήθηκε, από τη σύζυγό μου, στη σήτα του τζακιού μας. Όμως, αυτόν τον καλικάνζταρο κάθομαι και τον κοιτάζω, ακόμα και τώρα, με τις ώρες, επειδή μου θυμίζει τη γιαγιά μου τη Σοφία ·που σ’ αυτήν οφείλω τόσα πολλά, μιας και με μεγάλωσε από 4,5 ετών. Θυμάμαι κι εμένα, να θέλω να παίξω κι άλλο, να μην πάω να κάνω μπάνιο, να πιω το γάλα μου και να κοιμηθώ, κι εκείνη να μου λέει: “Μωρέ σαφρακιασμένο, τράβα να κοιμηθείς! Θα έρθουν οι καλλικάνζταροι να σε μαδήσουν!”

Μου λεγε ακόμα: “Τόσα παιδιά πεινάνε κι εσύ δε θες να πιείς το γάλα σου! Ντροπή σου!”

Κοίτα, ρε καλικάντζαρε, πώς τα φερε η ζωή και πόσες φορές με έφερε το ρεπορτάζ κοντά σ’ αυτά τα παιδιά, με τη φωνή της γιαγιάς ν’ αντηχεί μέσα μου κάθε φορά που τα κοίταζα…

Πόσα ρεπορτάζ για το μεταναστευτικό και πόσα παιδιά χωρίς γάλα, ρε καλικάντζαρε… Χωρίς ένα βασικό αγαθό…

Τράβα, λοιπόν, καλικάντζαρε, “βούτα” όλο το γάλα που περισσεύει (μην το πιείς εσύ, βρωμιάρη, που τέτοιες μέρες κάνει μιαν μπάκα σαν… αλεξίπτωτο), “βούτα” το και πήγαινέ το σ’ αυτά τα παιδιά! Όλο! Να χαρεί κι η γιαγιά!

 

Χειμώνα-καλοκαίρι, γυρίζουν οι αγγέλοι! Ιωάννης Βέλλης

vellis1

[Μοναστηράκι]

Συνηθίσαμε τις κακές εικόνες σ’ αυτήν την πόλη, την Αθήνα…

Ίσως κι η παρουσία μας, είναι μια από αυτές…

Τα χρόνια περνάνε, αλλά αυτές πυκνώνουν αντί να χάνονται…

Θέλεις να αλλάξεις κάποια πράγματα, προς το καλύτερο, παλεύεις, αγωνιάς, νικιέσαι, σταματάς. Όλοι σταματάμε, ή έστω δε συνεχίζουμε με την ορμή και τη δύναμη του δικαίου. Αυτή η γ@@@νη ιστορία, εικόνα, μας έχει παγιδεύσει κι, όμως, είναι πέρα για πέρα αληθινή. Είτε είναι μια καθημερινή, είτε μια εορταστική μέρα.

Όσοι βιώνουν την ανεργία, ιδίως τη μακρόχρονη, ξέρουν απ’ αυτά.

Δε μιλάνε και ξεπερνάνε κάθε εμπόδιο. Δύσκολο, αλλά γίνεται ·δεν έχεις επιλογή για αποτυχία! Οι δείκτες αυξάνουν και, μέσα τους, είναι άνθρωποι ·προστιθέμενη αξία σε αδράνεια…

Οι λογαριασμοί δεν περιμένουν, οι τράπεζες δεν περιμένουν, το δημόσιο δεν περιμένει, κανείς δεν περιμένει από αυτούς και, ουσιαστικά, δε νοιάζεται.

Το δικό σου πρόβλημα είναι αποκλειστικά δικό σου, όχι δικό τους…

Όταν σκέφτομαι τις γιορτές, σκέφτομαι τους άστεγους, το κρύο, το κορίτσι με τα σπίρτα, την αχαριστία, τη μετάλλαξη πρώην φίλων σε άγνωστους περαστικούς στη ζωή σου, όταν χάνεις τη δουλειά ή δεν έχεις να τους προσφέρεις απλόχερα ό,τι πέρνανε πριν, το σκοτάδι…

Κλέβω κάποιο χαμόγελο από τις αναμνήσεις μου κι όλο αγάπη το καταθέτω πάλι μέσα μου. Έτσι, για υποστήριξη. Κάποτε πετυχαίνει, κάποτε συνυπάρχει με την αδιαφορία..

Ένα έτος που τελειώνει, είναι απολογισμός. Οι απολογισμοί περίπου ίδιοι, τα συναισθήματα μπερδεμένα. Αφιλόξενη χώρα το μυαλό, για περίεργες σκέψεις. Ας κρατήσουμε όμορφες εικόνες, ξεχωριστή μουσική, τραγούδια… για να ξεγελιόμαστε.

Μπορεί στο 2017 να αλλάξει κάτι, προς όφελός μας.

Άλλωστε, χειμώνα-καλοκαίρι, γυρίζουν οι αγγέλοι!

Το πιο φωτεινό αστέρι! Xριστίνα Μαραγκού

maragkou

Πέρσι ήταν πιο μικρή… Έβαλε δύο μπάλες στο δέντρο, βαρέθηκε και με άφησε μετά να το στολίσω μόνη μου…

Φέτος, το στολίσαμε μαζί.  Από το ηχείο ακούγονταν χριστουγεννιάτικες μελωδίες, η Ιωάννα είχε φορέσει το καλό της φουστάνι και τα γυαλισμένα της παπουτσάκια και είχε κάνει κοτσιδάκια που πήγαιναν πέρα-δώθε, καθώς έκανε “βουτιές” και “ψάρευε” στολίδια από τη μεγάλη κούτα στο πάτωμα.

Κάθε λίγο και λιγάκι ρωτούσε “Νονά, να βάλω κι άλλες μπάλες;” Κι όταν άδειασε η κούτα με τα στολίδια και ανάψαμε τα φωτάκια, έλαμψαν τα μάτια της!

Με τη λάμψη αυτή και το παιδικό της χαμόγελο ήρθαν φέτος για μένα τα Χριστούγεννα.

Χριστούγεννα στην Εθνική: Ρούλα Σιλιντζή-Λέκκα

roula-c

Έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τότε που βιώσαμε μια χριστουγεννιάτικη περιπέτεια, που θα μου μείνει χαραγμένη στο νου για μια… πρωτοτυπία της! Γυρνούσαμε από Αθήνα, όπου ήμασταν για ολιγοήμερες διακοπές και, στο ύψος της Θήβας, αποκλειστήκαμε από τα χιόνια, με πολλούς ακόμη ταξιδιώτες. Όπως όλοι, έτσι κι εμείς, μείναμε μέσα στο αυτοκίνητο, τις πρώτες στιγμές   αστειευόμασταν με τη μικρή μας αναποδιά, μασουλούσαμε μπισκοτάκια και ό,τι    άλλο είχαμε μαζί  μας και ακούγαμε ραδιόφωνο, που μετέδιδε, σε αρκετά δραματικούς τόνους, τον αποκλεισμό της εθνικής οδού και τις αντιδράσεις του κόσμου.

Κάποια στιγμή, ένας σταθμός έλεγε ότι, στο σημείο που ήμασταν, έχουν φτάσει “αλατιέρες” που ρίχνουν αλάτι και, πολύ σύντομα, θα ανοίξει ο δρόμος… Τότε, ο   άντρας μου είδε το νούμερο του σταθμού και το κάλεσε από το κινητό του. Τον έβγαλαν αμέσως στον “αέρα” και είπε: “Ούτε αλατιέρες ούτε πιπεριέρες υπάρχουν εδώ! Ούτε καν ένα γκρέιντερ!”

Συμπτωματικά, την ίδια ραδιοφωνική εκπομπή άκουγε, στη Λάρισα, ένας αγαπημένος φίλος, ο οποίος γνώρισε τη φωνή του άντρα μου και μας πήρε αμέσως τηλέφωνο. Ήταν μια ευχάριστη έκπληξη αυτό για εμάς και έγινε και η σχετική πλάκα!

Μετά από αρκετές ώρες κι ενώ κόντευε να ξημερώσει, ένα φορτηγό, μπροστά μας, άρχισε να κινείται… Είχε έρθει γκρέιντερ κι είχε καθαρίσει μια μικρή λωρίδα του δρόμου που, όμως, ήταν παγωμένος και γλιστρούσε, γι’ αυτό και τα περισσότερα αυτοκίνητα δεν τολμούσαν να ξεκινήσουν. Εμείς είπαμε να ξεκινήσουμε σιγά-σιγά και, σε όλη τη διαδρομή μέχρι τη Λάρισα, δε συναντήσαμε ούτε ένα αυτοκίνητο! Ούτε στο δικό μας, ούτε στο αντίθετο ρεύμα! Ήταν απίστευτο! Για μια φορά, είχαμε την εθνική οδό κατ’ αποκλειστικότητα ·δε νομίζω να ξαναζήσω ποτέ κάτι παρόμοιο!

Το θαύμα της γέννησης…Ελευθερία Κανακάκη

kanakaki-2

Την πρωτότοκή της τη γέννησε πάνω στον Στυλιανό μου. Στον έναν καναπέ εκείνος, στον άλλον εγώ, ξαγρυπνούσαμε μαζί της από το πρώτο λεπτό ·κι εκείνη εμπιστεύτηκε το στέρνο του μικρότερου, για να αποθέσει τον πολύτιμό της καρπό.Πρώτα σήκωσα τη μανούλα και την πήγα στην αυτοσχέδια φωλιά, ύστερα, με ευλάβεια, άφησα δίπλα της την κόρη της κι έμεινα να της χαϊδεύω το κεφάλι, μέχρι να φέρει στον κόσμο άλλα δύο μωρά. Ξεκίνησε λίγο μετά τα μεσάνυχτα κι ειχε ξημερώσει πια για τα καλά…Η Χριστίνα, που της τηλεφώνησα, δε με καθησύχασε ·κάθε άλλο! Ο Στυλιανός δεν μπορούσε να χάσει την τελευταία ακαδημαϊκή μέρα του 2012, η Κωνσταντίνα μου φόρεσε το πιο μακρύ και ζεστό μου πουλόβερ κι “έκλεισε” απαλά εκεί μέσα τα τρία κουταβάκια, στο ύψος της καρδιάς, κι εγώ, εξίσου απαλά, έβαλα την Μπέμπα στο κάθισμα του συνοδηγού και ξεκίνησα. Ο Νίκος, ο μπαμπάς του μπαμπά, μας περίμενε ταραγμένος έξω από την πόρτα του κτηνιατρείου, όμως, μόλις πέρασε το σκαλοπάτι, έγινε ο βοηθός που θα ευχόταν να έχει πλάι της κάθε νεαρή, φοβισμένη μαμά. Δύο ώρες… Τρεις ώρες… Ενέσεις… Οροί… Αίματα… Υγρά…

Ο Νίκος να τη χαϊδεύει και να βρέχει συνεχώς τη μουσουδίτσα της με νερό, η Κωνσταντίνα να της πηγαίνει όσο το δυνατόν πιο κοντά τα μικρά για να βλέπει ότι, εκείνα τουλάχιστον ήταν καλά, εγώ να της μιλάω, να την παρηγορώ… Και, τελικά, με την επέμβαση της Χριστίνας, “γύρισε” το τέταρτο, που ερχόταν ανάποδα, κι αμέσως ξεπρόβαλε το πέμπτο ·το πρώτο αρσενικό. Χωρίς ίχνος ζωής αυτό! Χωρίς ανάσα!Είχε άλλα δύο ακόμα μέσα της… Κι η Χριστίνα ξεκίνησε να κάνει το “σωστό”: να τα βγάλει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, μπας και σωθούν έστω αυτά και, κυρίως, η μάνα! Όμως εκείνη, με τις ελάχιστες δυνάμεις που της είχαν απομείνει, σηκώθηκε στα πόδια της και την κοίταξε κατευθείαν στα μάτια… “Προσπάθησε!”, της είπε. “Μην τα παρατάς! ”

Η Χριστίνα ξανάπιασε το αγοράκι και με τα δυο μικρά της δάχτυλα άρχισε να του κάνει μαλάξεις… Μία, δύο, τρεις, τέσσερις, πέντε, έξι, εφτά… Και τότε ήταν που η Μπεμπούλα μας έσπρωξε, με τη μουσούδα της, τα γαντοφορεμένα χέρια, για να σκύψει η ίδια, ανενόχλητη, πάνω από το μικρούλι της ·το στόμα της στο στόμα του, κολλητά, για δύο ολόκληρα λεπτά! Εισπνοή και “φύσημα”! Ξανά και ξανά! Μέχρι να ακουστεί ένα σχεδόν ξέπνοο κλάμα! Εύχομαι όλοι να ζήσετε κάτι παρόμοιο, κάποια Χριστούγεννα…

Εύχομαι να αρχίσετε πάλι να πιστεύετε, όπως εγώ, στα θαύματα!

 
 
Στη έρημο της Ιορδανίας…Μαρία Παπαμίχου
 
 
papamichou-c
 Ζώντας σε μια μουσουλμανική χώρα τα Χριστούγεννα δεν έχουν το γνωστό χρώμα. Ωστόσο δίπλα στα τζαμιά θα βρεις χριστιανικούς ναούς όλων των δογμάτων, Ορθόδοξων και Κοπτών κυρίως που ακολουθούν το εκκλησιαστικό τους τελετουργικό απερίσπαστοι, ενώ οι Χριστιανοί υπάλληλοι δικαιούνται μια-δύο μέρες αργίας λόγω Χριστουγέννων. Μια λεπτομέρεια που δεν έχει ανάλογή της για τον μουσουλμανικό πληθυσμό στην δήθεν ανεξίθρησκη Ευρώπη. Περισσότερο με Χριστούγεννα μοιάζει στις χώρες του Ισλάμ η περίοδος του Ραμαδάν που κρατάει ένα μήνα. Με τα λαμπιόνια του, τις εκδηλώσεις αλληλεγγύης στους κοινωνικά ασθενέστερους, το τελετουργικό νηστείας , τα πλούσια εδέσματα στα οικογενειακά τραπέζια, έξοδο στο κέντρο της πόλης, μια γιορτή κάθε βράδυ. Τα Χριστούγεννα του περασμένου χρόνου βρέθηκα στο Αμμάν τα Ιορδανίας. Εκμεταλλεύτηκα τις δύο μέρες αργίας και μια και δεν ήταν εποχή Ραμαδάν, τράβηξα για τον Νότο, εκεί που το μάτι χάνεται στον πορτοκαλόχρουν ορίζοντα, για την έρημο και τα εξαιρετικού ενδιαφέροντος βράχια της ερήμου που αλλάζουν μορφή και χρώμα ανάλογα με το φως. Εκεί που ο νους ταξιδεύει και η ψυχή συνδέεται αβίαστα με την κοσμική ενέργεια, με το απέραντο του σύμπαντος…
 
Στην χιονισμένη Ιταλία…Χρηστίνα Βασιλάκου
cristina2-c
Οι Χριστουγεννιάτικες αναμνήσεις, γίνονται πάντα πιο πολύτιμες, όσο περνούν τα χρόνια. Όσο η ζωή μας ξεδιπλώνεται και τα γεγονότα ξεπερνούν τη φαντασία, τόσο τα Χριστούγεννα, που έχουμε ζήσει άλλα αθώα κι ανέμελα, άλλα αστραφτερά και κοσμικά, άλλα χαρούμενα κι άλλα λυπημένα, αποκτούν την πραγματική τους διάσταση.  Και το αληθινό τους νόημα…
 
Το δικό μου ταξίδι στα Χριστούγεννα, έχει  αναμνήσεις με εικόνες παραμυθένιες. Χιονισμένα μεσαιωνικά κάστρα, λιθόστρωτα και αψίδες, τοιχογραφίες και παλάτσι της Αναγέννησης και ανθρώπους απ’ όλον τον κόσμο! όπως καταλάβατε διαδραματίζεται  κάπου αλλού, εκτός Ελλάδας. Μην φανταστείτε…είναι αληθινά Χριστούγεννα, όπως τα έζησα πριν από ακριβώς 20 χρόνια, στη δεύτερη πατρίδα μου, το Καμερίνο.  Σε μια από τις πόλεις, της γειτονικής Ιταλίας, όπου χτύπησε ξανά ο Εγκέλαδος πριν από ακριβώς 2 μήνες, αφήνοντας την κυριολεκτικά έρημη…σαν πόλη “φάντασμα”. Φέτος περισσότερο από ποτέ, αυτά τα Χριστούγεννα του 1996, τα πιο κρύα Χριστούγεννα που έχω ζήσει στη ζωή μου αλλά και τα πιο ζεστά μαζί, δεν φεύγουν απ’ το μυαλό μου…
 
Ίσως είναι που μέσα μου, παρακαλούσα μέρες ολόκληρες, να μην χιονίσει αυτό το χειμώνα στο Camerino, γιατί αυτό που μέχρι πρόσφατα θα ήταν ευλογία, μετά τους σεισμούς και τους χιλιάδες άστεγους, θα έφερνε μόνο καταστροφή.
Δεν ξέρω εάν εισακούσθηκαν με κάποιον τρόπο οι προσευχές μου, ή εάν το σύμπαν έστω για μια φορά συνωμότησε για το καλό, αλλά φέτος, μετά από πολλά χρόνια, στο Camerino δεν έπεσε ούτε νιφάδα! Μου το επιβεβαίωσε πριν λίγο μέσω fb, ο Raffaele. Ναπολιτάνος στην καταγωγή και φίλος από τα παλιά, ο Lele.  Από την εποχή που matricola, πρωτοετής δηλαδή, της Νομικής, εν έτη 1989, έφτασα μόνη μου, με μια βαλίτσα στο χέρι, σ’ αυτή τη μικρή μεσαιωνική πόλη, της Κεντρικής Ιταλίας, που δοκιμάζεται από τον Εγκέλαδο.
 
Δεν ήταν Χριστούγεννα τότε αλλά αρχές Σεπτέμβρη. Το λεωφορείο αν και καινούργιο, μετά την παρατεταμένη ανηφόρα στο λιθόστρωτο, είχε φτάσει σχεδόν στενάζοντας, στην κεντρική πλατεία του Camerino. Εκεί, στην επιβλητική piazza Cavour,με τις αμέτρητες αψίδες, κατέβασε μαζί με μένα κι ένα πολύβουο τσούρμο, πρωτοετών από κάθε γωνιά του κόσμου!  Πρώτη φορά στη ζωή μου, έβλεπα μαζεμένους, τόσους πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους! Και στην αρχή ήταν ένα σοκ… Εκτός από κάποιους Ευρωπαίους, 2-3 Έλληνες δηλαδή, Άγγλους, Σκωτσέζους, Ισπανούς,  οι περισσότεροι πρωτοετείς ήταν νέα παιδιά,  από το Ιράν, το Λίβανο, την Παλαιστίνη, τη Συρία, το Κουβέίτ, μέχρι και από την Ακτή του Ελεφαντοστούν! Κορίτσια με μαντήλες στο κεφάλι και μακριά φορέματα, μιλούσαν τραγουδιστά, ψάχνοντας τις αποσκευές τους και πολλά από τα αγόρια φορούσαν στο λαιμό τους, την ίδια ασπρόμαυρη μαντήλα με εκείνη του Αραφάτ!
 
Κάντε εικόνα το σκηνικό και βάλτε, δίπλα ημερομηνία, 2 Σεπτέμβρη 1989, για να καταλάβετε ακριβώς τι εννοώ…
Και εξηγώ για τους νεώτερους. Στην Ελλάδα της δεκαετίας του ‘80, από τη μία, η λέξη πολυπολιτισμικότητα ήταν άγνωστη! Και από την άλλη  ήταν πασίγνωστα τα χολιγουντιανά σενάρια με τον ανίκητο Τσακ Νόρις και την  Delta Force του, που έσωζε τους καλούς Δυτικούς από τους κακούς Παλαιστίνιους που ήθελαν να τους ανατινάξουν, έτσι και μπουν σε αεροπλάνο! Αυτό όμως ήταν στην Ελλάδα. Γύρω μου, στην piazza Cavour, στο κέντρο του Camerino, υπήρχε ένα κλίμα ευφορίας. Έτσι  υπέθετα τουλάχιστον, από τις χαρούμενες φωνές των “ξένων”. Όταν τελικά πήραμε όλοι τις αποσκευές μας, το λεωφορείο έφυγε από μπροστά μας, αποκαλύπτοντας το μεσαιωνικό Palazzo Ducale, τη στέγη της Νομικής Σχολής!  Η  μαύρη, δίφυλλη καγκελόπορτα του 1500, άφηνε να φαίνεται στο ισόγειο, το τετράγωνο εσωτερικό της αυλής, γεμάτο  αψίδες με λευκές κολώνες!  Και στο βάθος,  ένα κομμάτι ουρανού!
Ψηλά από τα ανοιχτά παράθυρα,  φαίνονταν πολύχρωμες τοιχογραφίες αιώνων. Και καθηγητές με μαύρες τήβεννους, να κινούνται σαν αερικά.
 
Το βλέμμα μου συναντήθηκε ξαφνικά με το αυστηρό βλέμμα στο άγαλμα του Πάπα  Pio V και σχεδόν σαν υπνωτισμένη, κινήθηκα  προς το μέρος που έδειχνε με το χέρι του!  Η έδρα της Νομικής Σχολής του Camerino, είναι ένα μνημείο τέχνης από μόνο του. Το μπαλκόνι όμως που βρίσκεται στο εσωτερικό του, εκεί όπου συναντιούνται 16 ακτινωτές μεσαιωνικές αψίδες, στο Quattriportico, μπορεί να αποκαλύψει όλη τη μαγεία της περιοχής, σε μια στιγμή. Κρεμασμένο στα 679 μέτρα επάνω από το έδαφος, στην κορυφή του κάστρου,  κάνει αμέσως φανερό γιατί ακόμη και οι περίφημοι Βοργίες, διάλεξαν το Καμερίνο για την εξοχική τους κατοικία. τη Rocca del Borgia.
Όσοι με γνωρίζουν ξέρουν πως στο Camerino, στο χωριό, όπως μου αρέσει να το αποκαλώ χαϊδευτικά, έχω ζήσει το μεγαλύτερο κομμάτι της ενήλικης ζωής μου και σήμερα περισσότερο από ποτέ, δοξάζω την τύχη που έφερε τα βήματα μου ως εκεί. Όσοι έχουν γνωρίσει αυτό το μεσαιωνικό δουκάτο, όσοι είχαν την τύχη να βρεθούν εκεί, να ζήσουν τη ζωή, στους ρυθμούς του πολιτισμού και της παιδείας αιώνων που εκπέμπει σε κάθε γωνιά του, αναπόφευκτα σας λέω, δένονται για πάντα μαζί του.
 
Μ’ αυτήν την πολιτεία που μοιάζει βγαλμένη από βιβλίο του Ουμπέρτο Έκο και με τους ανθρώπους του.
Οι Καμέρτοι,  σίγουρα είναι μια κατηγορία από μόνοι τους. Άνθρωποι με ανοιχτούς ορίζοντες, δεκτικοί στο νέο, στο ξένο, στο διαφορετικό!  Πολιτισμένοι και  πολυπολιτισμικοί, πριν ακόμη υπάρξει ο όρος στο λεξικό.
Ευγενικοί, φιλόξενοι και φιλικοί, αγκάλιασαν και αγκαλιάζουν όλους τους ξένους, φοιτητές και μη απ’ όπου κι αν προέρχονται, ότι χρώμα κι αν έχει το δέρμα τους, ότι Θεό κι αν πιστεύουν. Και το κάνουν συνειδητά. Χωρίς υποκρισία και δεύτερες σκέψεις.
 
Σ’ αυτό το σκηνικό, μια φαινομενικά ετερόκλητη παρέα ανθρώπων, έζησε πριν 20 χρόνια, τα πιο νοσταλγικά λευκά Χριστούγεννα. Με το ψηφιακό θερμόμετρο στο Castelraimondo να δείχνει – 20 βαθμούς Κελσίου, το χιόνι να έχει καλύψει τα πάντα, το μεθάνιο να έχει παγώσει μέσα στους σωλήνες και το νομό του Μάρκε, να έχει κηρυχθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης εξαιτίας της χιονοθύελλας που μαινόταν για 6 ημέρες και νύχτες, ξημέρωσαν τα Χριστούγεννα του 1996.
 
Το κρύο στο palazzo που έμενα, εκείνη την εποχή, στο κέντρο του Camerino, ήταν κάτι παραπάνω από τσουχτερό. Οι μεγάλοι πέτρινοι τοίχοι, μεσαιωνικοί τοίχοι δεν κρατούσαν τη ζέστη αποβραδίς και το πρωινό ξύπνημα ήταν πάντα ένα θέμα το χειμώνα και για τις 6 συγκάτοικους, 4 Ιταλίδες φοιτήτριες κ δυο Ελληνίδες. Η πρώτη που ξυπνούσε φρόντιζε να βάλει στη φωτιά, μια μεγάλη κατσαρόλα με τσάϊ και την XL μόκα του espresso να γίνεται…Το άρωμα του καφέ, μπερδευόταν συχνά με εκείνο του μαύρου τσαγιού και πλημμύριζε τα τεράστια δωμάτια, με τις Αναγεννησιακές τοιχογραφίες, ξεσηκώνοντας ακόμη και την πιο υπναρού. Τη δική μου συγκάτοικο, τη Daniela από το Avellino. Όμως εκείνα τα Χριστούγεννα, ξύπνησα μόνη στο παγωμένο αναγεννησιακό palazzo.
Τρία  μαθήματα με χώριζαν από το πτυχίο και το πρώτο είχα δηλώσει ότι θα το δώσω, στην πρώτη εξεταστική, αμέσως μετά την Πρωτοχρονιά! Φόρεσα γρήγορα γρήγορα τις χοντρές κάλτσες του σκι, και τα ανάλογα μποτάκια, γιατί οι χιονίστρες που απέκτησα 5 χρόνια πριν, με ακολουθούσαν ακόμη, ντύθηκα σχεδόν αστραπιαία, φόρεσα γάντια, άρπαξα το μοντόνε μου και το σκούφο από την είσοδο και κατέβηκα τρέχοντας τα λιγοστά πέτρινα σκαλιά.
Ένας ζεστός καπουτσίνο από το Κ2 θα ήταν ότι καλύτερο.  Η βαριά ξύλινη πόρτα, σαν αυτές από το Όνομα του Ρόδου, άνοιξε με κόπο και μπροστά μου ξεχύθηκε ένα βουνό χιόνι!
 
Όπως όπως δρασκέλισα το εμπόδιο και κυριολεκτικά κάνοντας πατινάζ επάνω σε ένα στρώμα πάγου, έφτασα μέχρι το μπαρ, καμιά 20 μέτρα απόσταση όλη κι όλη!  Ο φούρνος ήταν κλειστός! Ο δρόμος έρημος! Δεν κυκλοφορούσε ψυχή! Οι φοιτητές είχαν φύγει όλοι για τις άγιες μέρες και η χιονοθύελλα είχε κλείσει στο σπίτι τους, ακόμη και τους κατοίκους του Καμερίνο, που ξέρουν από χιόνι.  Στο μπαρ, η πόρτα ήταν κλειστή. Φτου σου, σκέφτηκα, ή μάλλον “Porco cane” αλλά πριν προλάβω να τα “χώσω” άγιες μέρες, ως δια μαγείας η πόρτα άνοιξε και ένα χέρι με τράβηξε μέσα. Και ναι το πρώτο “θαύμα” εκείνων των Χριστουγέννων είχε συντελεσθεί.  Εκεί που ήμουν αγουροξυπνημένη, μόνη κι έρημη, μέσα στην άδεια πόλη, ένα φλιτζάνι ζεστό latte, σε γυάλινο ποτήρι , πασπαλισμένο με μπόλικο κακάο, ήρθε να μου φτιάξει τη διάθεση. Δυο μικρά μπισκότα amaretti, που έβγαλε από ένα κουτί η Γκρατζιέλα, μου θύμισαν ότι πεινούσα και η καλύτερη λύση στην περίπτωση μου ήταν το ξενοδοχείο ROMA, ακριβώς απέναντι από εκεί που βρισκόμουν. Η κατηφόρα βέβαια ήταν μια πρόκληση με τόσο πάγο και  χιόνι αλλά από τη μία οι τούμπες στο χιόνι ήταν σε ημερησία διάταξη το χειμώνα στο Camerino και από την άλλη τα φρέσκα τορτελίνι που έφτιαχναν στο ΡΟΜΑ, με μανιτάρια πορτσίνι, κρέμα γάλακτος και μπόλικο parmiggiano, ήταν το απόλυτο χειμωνιάτικο φαγητό!
Όχι δεν θα με χάλαγε που δεν θα έτρωγα γαλοπούλα, με γέμιση Χριστουγεννιάτικα.
 
Έτσι κι αλλιώς, οι δικοί μου στην Ελλάδα, ήταν παραδοσιακοί και σχεδόν ποτέ δεν είχαμε γαλοπούλα τα Χριστούγεννα. Θα μου έλειπαν τα μελομακάρονα της γιαγιάς μου, οι λαχανοντολμάδες της μητέρας μου, το χοιρινό ρολό που έψηνε τέτοια ώρα, στο φούρνο με ολόκληρες πατάτες, και μύριζε όλη η γειτονιά αλλά η γαλοπούλα, ποτέ!
ΜΑΙ που λένε κι οι Ιταλοί. Είχα ακόμη όμως ώρες μέχρι το μεσημεριανό και με το μεθάνιο να μην κυκλοφορεί στο δίκτυο λόγω πάγου, ήταν αμφίβολο εάν το συγκεκριμένο Χριστουγεννιάτικο γεύμα θα ετοιμαζόταν ποτέ…
 
Μασουλώντας το μπισκότο μου αντί να γυρίσω σπίτι, άρχισα να κατεβαίνω το corso Βιτόριο Εμανουέλλε, προς τα κάτω, εκεί που είναι η Νομική, όταν μια φωνή με έντονη προφορά με σταμάτησε “Cristina, τι κάνεις έξω; θα παγώσεις!”, “Sono Jamal, είμαι ο Τζαμάλ”, μου φώναξε και φρέναρα απότομα.  Συμφοιτητής της Νομικής ο Τζαμάλ, Παλαιστίνιος στην καταγωγή και καλλιτέχνης μουσικός, με μια ευγένεια στο βλέμμα και στην κίνηση, όπως οι περισσότεροι Άραβες φοιτητές που γνώριζα, έμενε στο Castelraimondo, στα 10χλμ από το Camerino.  Σίγουρα δεν θα γύριζε στο Ισραήλ για τα Χριστούγεννα, για ευνόητους λόγους, όμως το  να τον συναντήσω έτσι αναπάντεχα, με το τουμπερλέκι του στο χέρι, μέσα στη χιονοθύελλα δεν το έλεγες και φυσιολογικό…
 
“Πως ανέβηκες ως εδώ πάνω;” ήταν η πρώτη ερώτηση. Μου έδειξε το γαλάζιο Ντεσεβώ του ‘60,  που περίμενε δίπλα στο Duomo, με τη μηχανή αναμμένη. Φαινόταν λευκός καπνός να βγαίνει απ’ την εξάτμιση και απόρησα  που δεν το πρόσεξα νωρίτερα! Το ήξερα αυτό το αυτοκίνητο! Ήταν του φίλου μου του Γιώργου, Έλληνας από το Νέο Ηράκλειο, σήμερα Θαλάσσιος Βιολόγος ο Τζο, όπως τον φώναζαν οι Ιταλοί, ήταν τότε ο κολλητός μου. Η Μαριλένα, ήταν και είναι η γυναίκα της ζωής του, καθόλου ζηλιάρα και με μεγάλη κατανόηση για τη φιλία, πτυχιούχος Φιλοσοφικής από την Perugia,(και αυτό τα λέει όλα…), η οποία ερχόταν τακτικά, μιας και έμενε στην Πάτρα και όταν δεν μπορούσε η ίδια, έστελνε με το καράβι, προμήθειες κάθε είδους, από πίτες για σουβλάκια μέχρι ταραμοσαλάτα την Καθαρά Δευτέρα!  Η άφιξη της Μαριλένας από την Ελλάδα ήταν πάντα μια ευκαιρία για γιορτή!  Και όχι μόνο για εμάς τους Έλληνες. Οι περισσότεροι Άραβες συμφοιτητές και φίλοι μας, λάτρευαν την κουζίνα μας και δεν έλεγαν σχεδόν ποτέ, όχι, σε ένα καλοψημένο χοιρινό σουβλάκι με τζατζίκι ή χωρίς!  
 
“Και ανεβήκατε μέχρις εδώ για μένα…;” πως το κάνατε αυτό; εδώ δεν κυκλοφορεί κανείς, Τζαμάλ! Τρελαθήκατε; και πως θα κατέβουμε τώρα; Γλιστράει ο δρόμος…” ήταν μόνο μερικά απ’ αυτά που είπα σχεδόν αστραπιαία.  Το γέλιο του Τζαμάλ, με έκανε να σταματήσω “Εδώ πήγαμε Φαμπριάνο με το Τζο και γυρίσαμε” μου λέει και μένω άναυδη!
“Πως νομίζεις πως έφτασε η Μαριλένα μέχρις εδώ;”, “Σήμερα είναι η γιορτή σου, Κριστίνα και του χρόνου φεύγεις από το Camerino, μπορούσαμε να σε αφήσουμε μόνη σου, ανήμερα τη γιορτή σου;” 
 
Στο σπίτι του Τζο, ο Lele, ο Bashir, ο Yasher, η Μαριλένα, μαγειρεύουν  οι μισοί Μακλούμπε (παραδοσιακό αραβικό φαγητό με ρύζι, λαχανικά, κοτόπουλο), και οι υπόλοιποι ετοιμάζουν τη γαλοπούλα, θα πάθουμε τίποτα οι Μουσουλμάνοι από το πολύ χοιρινό”, μου λέει και ξεσπάει σε γέλια.  Κι εκεί μέσα στο παγωμένο corso, του Camerino, αγκαζέ με έναν Παλαιστίνιο φοιτητή, που με κρατά για να μην πέσω, συνειδητοποιώ ότι σήμερα είναι η γιορτή μου! Χριστούγεννα! Η γιορτή μου! το έχω ξεχάσει μέχρι τώρα!!!
 
Με τη χιονοθύελλα έχω να μιλήσω με Ελλάδα μέρες, σίγουρα στο σπίτι θα γιορτάζουν τώρα, θα πίνουν στην υγειά μου και τα τηλέφωνα θα χτυπάνε για ευχές. Κι εγώ το ξέχασα… Κάποιοι όμως με θυμήθηκαν. Κι όχι μόνο…Aνέβηκαν ως την κορυφή του βουνού, για να έρθουν να με πάρουν. Για να γιορτάσουν μαζί μου τα Χριστούγεννα και τη γιορτή μου! Και οι περισσότεροι δεν πιστεύουν καν στα Χριστούγεννα!!!
 
Κοιτάζω το Τζαμάλ με έκπληξη, συνειδητοποιώντας το μέγεθος της αποκοτιάς που έκαναν για μένα και τα δάκρυα αρχίζουν να ανεβαίνουν ζεστά στα μάτια μου. Λίγες ώρες αργότερα, 8 άνθρωποι από 5 χώρες και 3 διαφορετικές θρησκείες, γιορτάσαμε όλοι μαζί τα Χριστούγεννα του 1996, και τη γιορτή μου, γύρω από ένα  τραπέζι, στρωμένο με καλές προθέσεις, αγάπη, αλληλεγγύη, ανθρωπιά και κατανόηση.
 
Τα Χριστούγεννα του 1996,  ήταν τα τελευταία Χριστούγεννα που γιορτάσαμε όλοι μαζί. Έλληνες, Ιταλοί, Παλαιστίνιοι, Άραβες, φίλοι και φίλες. Τότε δεν γνωρίζαμε πως είναι και η τελευταία φορά που βλέπαμε το Camerino όπως ήταν εδώ και αιώνες…Ο καταστροφικός σεισμός το καλοκαίρι του 1997, το άλλαξε ριζικά.
 
Αν και πολλά έχουν αλλάξει από τότε μέχρι σήμερα, είμαι σίγουρη  πως η ανάμνηση αυτών των Λευκών Χριστουγέννων,  είναι πάντα ζωντανή στη μνήμη εκείνης της παρέας, όσο μακριά κι αν βρίσκεται…
 
 
Θύμηση…Βάσω Κακαβιά
 
vasso
Στην παλιά μου γειτονιά, στην γειτονιά που γεννήθηκα και μεγάλωσα, υπήρχε μια αλάνα και γύρω της οι αυλές των σπιτιών… το σπίτι μου. Σε ώρες διακοπών και αργιών ησυχία αυτή η αλάνα δεν είχε, χειμώνα – καλοκαίρι. Από νωρίς το πρωί μέχρι αργά το βράδυ άκουγες φωνές, χάχανα, μαμάδες να βγαίνουν με τα πιάτα στο χέρι και να φωνάζουν «ή έρχεσαι εδώ να φας ή μπαίνεις μέσα και τέλος…»
 
Μέσα; επ΄ ουδενί, έτρεχες, έτρωγες μισή μπουκιά και γυρνούσες στην θέση σου, στο παιχνίδι. Δεν θα πω για τις συνωμοσίες των μαμάδων… να διακόψουν το παιχνίδι στην καλύτερη του φάση για να φας πατάτες γιαχνί ή μπάμιες… «ή τρως ή χαιρετάς» … τι να κάνεις και συ παιδί πράμα … σε έβρισκε στην ανάγκη και σε μπούκωνε …
 … μεγάλο πράγμα η γειτονιά … και μάλιστα «η αγαπημένη γειτονιά» που Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά έκαναν όλοι μαζί.
 
Μια χρονιά, η Παραμονή Πρωτοχρονιάς γιορτάστηκε έξω στην αλάνα. Έφεραν ξύλα, σχημάτισαν με βαρέλια οικοδομής ένα μεγάλο κύκλο κι άναψαν φωτιές. Έστρωσαν τραπέζια και έφερε ότι ο καθένας ότι είχε ετοιμάσει στο σπίτι του για το βράδυ αυτό. Φαί και κρασί … δεν πάει ο νους σου… και φυσικά δεν ήταν στο μουγκό… Έίχαν τραβήξει με μπαλαντέζες ρεύμα και είχαν στήσει και τα στερεοφωνικά τους… ένα κανονικό party …after …πλούσιου γεύματος.
 
Μεγάλοι και μικροί τραγούδησαν, χόρεψαν, αστειεύτηκαν, ξεφάντωσαν, είδαν το ξημέρωμα στην μέση της αλάνας . Το είδαν με την αισιοδοξία ότι μια καλή χρονιά θα ερχόταν. Έίχαν ελπίδα μπόλικη οι άνθρωποι τότε.
 
Εύχομαι να΄ χουμε δύναμη, να μαζέψουμε ελπίδα και αισιοδοξία κι όρεξη για δουλειά.
 
Καλή αντάμωση.

Carnet de Voyage

ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΟΣ ΙΣΤΟΤΟΠΟΣ Πάμε παντού, αλλά είμαστε κοντά σας

Σχετικά Άρθρα

Back to top button