Travel StoriesΚόσμος

Τρανσυλβανία: Οδοιπορικό στους θρύλους

Όσοι υποστηρίζουν ότι τα ταξίδια πρέπει να γίνονται όταν ο άνθρωπος έχει φτάσει σε μια ηλικία όπου συνειδητοποιεί, εκτιμά και θυμάται τι βλέπει πάνω από όλα, έχουν δίκιο…

Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ένα ταξίδι, από τα μεγαλειώδη εκείνα, που σου γεννούν το δέος και σου ανανεώνουν την περιέργεια. Έτσι λοιπόν, αν και ταξίδεψα πέρσι στη Ρουμανία, η κατανυκτικότητα και η αιχμηρότητα του τόπου πλέον έχουν την υφή χαρακτικών στη μνήμη μου, εξίσου οξεία και αψιά όπως και τα όρη που περιβάλλουν αυτή τη χώρα.
roumania-11
Στη Ρουμανία βρέθηκα με ένα πρόγραμμα ανταλλαγής φοιτητών και μαθητών. Νεαροί, ημιμαθείς κάποιοι ως προς την χρήση της αγγλικής (πράγμα το οποίο υπήρξε μια εξαιρετική πηγή νέων γαργαλιστικών ακουσμάτων για τα αυτιά της ελληνικής ομάδας και όχι μόνο), συγκεντρώθηκαν σε μια ορεινή κωμόπολη της Ρουμανίας, το Μπουστένι, τρεις ώρες μακριά με το τρένο από το Βουκουρέστι.

Με την έξοδό μας από το τρένο δέχτηκα και το πρώτο –συγκλονιστικό ομολογουμένως- ερέθισμά μου από το Μπουστένι : το κρύο. Ο παγωμένος αέρας χυνόταν χειμαρρώδης τη βραδινή εκείνη ώρα στην κοιλάδα που βρισκόταν η κωμόπολη ανάμεσα σε δύο οροσειρές. Το δεύτερο ήταν ένα άγαλμα αφιερωμένο στους εργάτες που πρωτοστάτησαν για την ανάδειξη των δικαιωμάτων τους. Λίγο αργότερα ακολούθησε το δεύτερο σοκ. Η αίθουσα όπου γευματίζαμε στο συγκρότημα που μας φιλοξενούσε ήταν διακοσμημένη όπως ακριβώς υπαγόρευε η ρουμανική κουλτούρα: Οι ξύλινοι τοίχοι ήταν καλυμμένοι με τομάρια ζώων όλων των ειδών αδιακρίτως…

Για μια κοπέλα που έχει απορρίψει την κρεατοφαγία, το να συνδέεται ο συγκεκριμένος χώρος με μια βιοτική μου ανάγκη… θα έλεγες κανείς ότι μου προξενούσε τάσεις φυγής και όχι ικανοποίησης της πείνας μου. Θα ήθελα να υπενθυμίσω εδώ ότι το παρόν κείμενο δεν αποτελεί παρά μια προσωπική αποτύπωση του οδοιπορικού μου στη Ρουμανία και όχι μια κριτική στον ρουμανικό τρόπο ζωής και στη ρουμανική αισθητική.

Άλλωστε, αν δεν υπήρχαν τέτοια ερεθίσματα πιθανότατα δεν θα γεννιούνταν τέτοια κείμενα. Από τη μετά θάνατον αξιοποίηση των ζώων θα μεταπηδήσω στην πηγή τους και, πιο συγκεκριμένα στο φυσικό πάρκο καταφύγιο Μπουσέτζι όπου περπατήσαμε.

Η φθινοπωρινή όψη του Μπουστένι δεν μπορούσε σε τίποτα να συγκριθεί με την ξεφτισμένη εικόνα του φθινοπώρου στην Αθήνα. Ολόκληρη η κοιλάδα και οι πρόποδες των βουνών είχαν ντυθεί με τη θαμπή, πολύχρωμη λαμπρότητα που χαρίζει αυτή η εποχή του χρόνου στη φύση.

Πίσω από τα σύννεφα ομίχλης, αμέτρητες πολύχρωμες ψηφίδες συνέθεταν ένα μωσαϊκό αφηρημένης τέχνης, δροσερό και αναζωογονητικό στην όψη, όπως και ο αέρας που ανέπνεα. Τα δέντρα είχαν το καθένα το δικό τους χρώμα, άπιαστο στο φωτογραφικό φακό. Κυμαίνονταν από ένα μετριοπαθές χρυσαφί, μέχρι βαθύ γκριζοπράσινο… αντανάκλαση και αυτή των διακυμάνσεων της ρουμανικής κοινωνίας.

Στο βάθος βρισκόταν το κάστρο Καντακουζινού  κι έπειτα το μνημείο του εργάτη.

Πιο κει οι παράγκες των μικροπωλητών (που ομολογουμένως εμπορεύονταν ντόπια αυθεντική γούνα) . Το κάστρο Καντακουζινού είναι ένα ολόκτιστο γκριζωπό παλάτι με κωνικές κεραμιδοειδείς απολήξεις στους πύργους, θυμίζοντας τα μεσαιωνικά κάστρα τα διάσπαρτα στην Ευρώπη. Ο κήπος τριγύρω του αχανής, με γρασίδι νωπό να στραφταλίζει κάτω από τα μαραμένα φύλλα. Παρά την εντύπωση παλαιότητας που προκαλεί, το κάστρο ανεγέρθη το 1911 από τον πρίγκιπα Prince Gheorghe Grigore Cantacuzino, πρωτύτερα πρωθυπουργό της χώρας.

Απέναντι από το Castelul Cantacuzino, όπως το ονομάζουν οι ντόπιοι ορθώνεται το δάσος του καταφυγίου με ένα γιγαντιαίο ημιδιάφανο σταυρό στην κορυφή, αφιερωμένο στους Ρουμάνους της κωμόπολης που έδωσαν τη ζωή τους στον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο. Αξίζει κανείς να επισκεφτεί το Μπουστένι εκείνη την εποχή του χρόνου και να ατενίσει τη βουνοκορφή και να δει τη σταυρό να σαλεύει και να κινείται, να πυργώνεται ανάμεσα στα σύννεφα που κινούνται σαν να είναι ρευστά πάνω από την πόλη. Απορεί κανείς αν τοποθετήθηκε εκεί από ανθρώπινο χέρι και, όταν το μυαλό εγκαταλείψει τον τεχνικό προβληματισμό, ατόφιο δέος είναι το μόνο που αισθάνεται κανείς. Όπως και μέσα στο δάσος του πάρκου. Συνειδητοποίησα, ότι το φθινόπωρο δεν μυραίνει μόνο οπτικά τη φύση…Το φθινόπωρο στη Ρουμανία έχει και άρωμα. Είναι το νωπό, γήινο και γαργαλιστικό άρωμα του χώματος μετά τη βροχή, μόνο που εκεί σε περιτριγύριζε, σε βομβάρδιζε από παντού, κολλούσε στα ρούχα και το δέρμα και τα μαλλιά και το μυαλό σου μηχανεύεται εις μάτην τρόπους να φέρει λίγο από αυτό πίσω.
roumania-6
Ένα από τα πολλά οφέλη ενός προγράμματος ανταλλαγής είναι ότι οι διοργανωτές δεν επαναπαύονται και ευτυχώς δεν έλειψαν οι εκδρομές σε δύο άλλες αξιοσημείωτες κωμοπόλεις, το Μπραν, όπου βρίσκεται το κάστρο του Κόμη Δράκουλα, και το Μπρασόφ, μια πιο παραμυθιακή εκδοχή του ρομανικού τοπίου και της αρχιτεκτονικής. Ξεκινώντας από το χωριό Μπραν, σταθήκαμε ευνοημένοι από την τύχη γιατί εκείνες τις μέρες είχαν μόλις αρχίσει οι πυρετώδεις προετοιμασίες για το Χάλλουιν. Και δυστυχώς ήταν μόνο αυτές οι προετοιμασίες αυτές που υπενθύμιζαν στον επισκέπτη ότι βρισκόταν στην περιφέρεια που διηύθυνε κάποτε ο Βλάντιμιρ Ντρακούλ. Το υποτιθέμενο κάστρο ήταν ένα δαιδαλώδες και κάπως άχρωμο κτήριο, λευκό και φαινόταν κάπως άψυχο με ελάχιστα εκθέματα που αφορούσαν τους οίκους που κάποτε βασίλεψαν εκεί. Ευτυχώς μας αντάμειψε το χωριό με τα καφέ που ήταν στολισμένα γιορτινά –και σκοτεινά με μια υποχθόνια κάπως αύρα λόγω των γιρλαντών, των φαναριών και των στολών των εμπόρων. Κάποια έμοιαζαν με υπόγεια μαγισσών, κάποια με φωλιές βρυκολάκων…

roumania-5
Το Μπρασόφ από την άλλη, αν το Μπραν θα μπορούσε να παρομοιαστεί με ταινία τρόμου (από τις ελαφριές), θα ήταν ταινία εποχής διανθισμένη με το παραμυθιακό στοιχείο. Το μοναδικό συνεκτικό χαρακτηριστικό του με την υπόλοιπη χώρα ήταν οι στρωμένες με μαραμένα φύλλα λιθόστρωτοι δρόμοι, που, με τις γέφυρες των φυλλωμάτων των δέντρων, διαμόρφωναν για εμάς την ιδανικότερη στοά υποδοχής. Τα κτήρια του Μπρασόφ ξεπηδούσαν σαν κοσμήματα μέσα στην πόλη, ο οικιστικός ιστός της οποίας απλωνόταν σε μια ανοικτή έκταση, σε αντίθεση με την εσωστρεφή οικοδόμηση των υπόλοιπων χωριών. Οι κατοικίες έμοιαζαν με τα γνωστά μας νεοκλασσικά ενώ, σημαίνοντα κτήρια όπως το δημαρχείο ή το δημοτικό θέατρο ήταν αρχιτεκτονικά πιο εκλεπτυσμένα, με τοξοειδείς αντηρίδες και ανθεμωτές αετωματικές απολήξεις και άλλα παρόμοια παιχνιδίσματα. Η επονομαζόμενη ‘Μαύρη Εκκλησία’ της είναι μια ακριβέστατη απομίμηση του γοτθικού ρυθμού που μεσουρανούσε στην Ευρώπη τον 14ο με 15ο αιώνα. Οξύμωρο είναι το γεγονός ότι στα τούρκικα, η μητρόπολη του Μπρασόφ μεταφράζεται ως ‘άσπρο νερό’, ενώ είναι η γενέτειρα του εθνικού ύμνου της Ρουμανίας, αν και έχουν περάσει από τα εδάφη της αναρίθμητοι και ετερόκλητοι πληθυσμοί, όπως Δάκοι, Ρωμαίοι, Γερμανοί της Τρανσυλβάνια, Ούγγροι και Τεύτονες Ιππότες, Οθωμανοί, Εβραίοι και Ρώσοι.
roumania-7
Ακόρεστοι όμως καθώς ήμασταν, όντας Έλληνες, η ομάδα μας δεν επαναπαύτηκε στα τρανσυλβανικά κοσμήματα και –ασφαλώς- μετά το πέρας της αποστολής, κάναμε μια στάση στο Βουκουρέστι, την πρωτεύουσα της Ρουμανίας. Δικαιολογημένα παρατήρησα ότι την αποκαλούν “Μικρό Παρίσι” αν και εγώ καλύτερα θα την ονόμαζα “Παρίσι της Ανατολικής Ευρώπης”. Πραγματικά, η εξελισσόμενη αυτή πρωτεύουσα, έμοιαζε σαν ένα πιο ξεπεσμένο, παραμελημένο, ατημέλητο και ξεχασμένο Παρίσι. Τα κτήρια, επηρεασμένα κατάφορα από τη σοβιετική αρχιτεκτονική τεχνοτροπία, προσπαθούν μόνο επιφανειακά να μιμηθούν πιο εκλεπτυσμένα ευρωπαϊκά μοτίβα.

Το κέντρο της πόλης επομένως, είναι ένα μείγμα κτιρίων γοτθικών, νεοκλασικών, μπαρόκ, εκλεκτιστικών και αρτ νουβό, καθώς και κτιρίων “νεορουμανικών”, που χρονολογούνται από τις αρχές του 20ού αιώνα και ενός συνόλου νεότερων κτιρίων από τις δεκαετίες του 1920 και του 1930, με τη κατά κύριο λόγο χρηστική αρχιτεκτονική της Κομμουνιστικής περιόδου να έπεται. Αναμφίβολα η πολιτιστική ταυτότητα της πόλεως φαντάζει ομιχλώδης καθώς το Βουκουρέστι κουβαλά μια πολυτάραχη σύγχρονη ιστορία, η οποία εν τάχει περιλαμβάνει σουλτάνους και πραξικοπηματίες, γαλλοπρωσικούς και ρωσοτουρκικούς πολέμους, επιδημία πανώλης, επαναστάσεις, παγκοσμίους Πολέμους και κουμμουνισμό.

Δυστυχώς, η αστική και κοινωνική αταξία επιβεβαιώνουν το ότι η πόλη αυτή δεν βγήκε αλώβητη από τα θλιβερά συμβάντα που τη στιγμάτισαν. Ενδεικτικό της κοινωνικής διαστρωμάτωσης και ανισότητας που προ ολίγων δεκαετιών κυβερνούσαν στην πόλη είναι το γιγαντιαίο Παλάτι της Βουλής που χτίστηκε το 1984 με εντολή του κομμουνιστή προέδρου της Ρουμανίας Νικολάε Τσαουσέσκου. Είναι το μεγαλύτερο κτίριο της Ευρώπης και το δεύτερο σε επιφάνεια οικοδόμημα στον κόσμο μετά το αμερικανικό Πεντάγωνο στην Ουάσινγκτον των Η.Π.Α. Παρόλα αυτά, η πρωτεύουσα κρύβει αναρίθμητα μικρά διαμαντάκια της “χρυσής εποχής”της Ρουμανίας στο ιστορικό κέντρο της πόλεως που είναι σαν σιγοψιθυρίζουν την ύπαρξη ενός μικρόκοσμου μέσα σε έναν άλλον, ότι το εσωτερικό είναι που μετράει.

roumania-1

Θα ήθελα να έχω εντρυφήσει περισσότερο στην παρεξηγημένη αίγλη της πρωτεύουσας, αλλά θα ήθελα  τη μερίδα του λέοντος στην αφήγησή μου να λάβει το οδοιπορικό μου στην Τρανσυλβανία. Η επαρχία αυτή υποστηρίζει επάξια την εικόνα που έχει δημιουργήσει στο ευρωπαϊκό φαντασιακό με τα αρχέγονα και απέραντα δάση της, τις απότομες και σκοτεινές βουνοπλαγιές της, την υποβλητικό, απαστράπτον χιονισμένο περιβάλλον της και σαφώς, την ποικιλομορφία των καλλιτεχνικών και μη ανησυχιών των κατοίκων της. Πάνω από όλα όμως ανταποκρίνεται σε αυτό που θέλουμε να φανταζόμαστε ως λημέρι και καταφύγιο και επικράτεια του Βλαντ του Παλουκωτή ή Ανασκολοπιστή…

Γιατί, κάθε θρύλος κρύβει πάντα κάποια ψήγματα αλήθειας.

roumania-3

Ιωσηφίνα Περδικίδου

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΟΣ Σπούδασε στο Τμήμα Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει προσφέρει εθελοντική εργασία στις Μη Κερδοσκοπικές Ανθρωπιστικές Οργανώσεις ''Διαβάζω για τους άλλους”, "Χαμόγελο του Παιδιού", "Grenpeace" και σε μικρούς μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες που υπήρξαν πρόσκοποι στο τμήμα των προσκόπων στο δήμο Ζωγράφου.

Σχετικά Άρθρα

Back to top button