Travel StoriesΚόσμος

Καμίνο ντε Σαντιάγο ντε Κομποστέλα: Ως το τέλος της γης (Γ΄Μέρος)

Ένα περπάτημα “προσκύνημα” 900 χιλιομέτρων από τα Πυρηναία ως το Φινιστέρε, “το τέλος του κόσμου” στον Ατλαντικό.

Γαλικία: Η γη των Κελτών

Το πρωί στις 5.30, όταν ξυπνήσαμε για να ξεκινήσουμε το περπάτημα μας, πολλοί από τους προσκυνητές επέστρεφαν για ύπνο. Από τη Βίλα Φράνκα ως το Ελ Γκεμβριέρο είναι 31 χιλιόμετρα περπάτημα και 700 μέτρα ανάβαση. Θεωρείται  μια από τις δυσκολότερες μέρες της διαδρομής. Πλησιάζοντας προς τη Γαλικία η βλάστηση γίνεται όλο και πυκνότερη, αφού η περιοχή έχει ωκεάνιο κλίμα με συχνές βροχοπτώσεις ακόμα και τη διάρκεια του καλοκαιριού, γεγονός που ευνοεί την ανάπτυξη φυτών και δέντρων. Στα τελευταία 8 χιλιόμετρα η ανάβαση ήταν ιδιαίτερα σκληρή και επίπονη γιατί η κλίση του εδάφους ήταν πολύ μεγάλη και εκείνη την ημέρα έκανε καύσωνα. Όταν εξαντλημένος κατάφερα να ανέβω το βουνό, με αποζημίωσε η ομορφιά του χωριού και η υπέροχη θέα.

Βρισκόμουν πλέον στη Γαλικία, τη γη των Κελτών, οι Γαλικιανοί ή “Galego” θεωρούν τους εαυτούς τους Κέλτες. Η γλώσσα τους μοιάζει με τα πορτογαλικά και στη μουσική τους πρωταγωνιστούν οι γκάιντες, γεγονός που παραπέμπει στην κελτική του παράδοση. Κατά βάση αγροτική περιοχή, επί αιώνες ήταν η φτωχότερη περιοχή της  Ισπανίας και για πολλούς αιώνες η πλειοψηφία των μεταναστών για τη νότια Αμερική ήταν από τη Γαλικία. Παρόλα αυτά προσωπικότητες που σημάδεψαν τον 20ο αιώνα είχαν γαλικιανική καταγωγή. Ο Φιντέλ Κάστρο αλλά και ο δικτάτορας Φράνκο είχαν ρίζες από τη Γαλικία.

Η Σάρια απέχει περίπου 100 χιλιόμετρα από το Σαντιάγο και είναι το τελευταίο σημείο που κάποιος μπορεί να ξεκινήσει το περπάτημα του για να πάρει το «Κομποστέλα» δηλαδή τη βεβαίωση ότι έχει περπατήσει στο δρόμο του Αγ.Ιακώβου. Γι’αυτό το λόγο, από εκείνο το σημείο ξεκινάνε ορδές προσκυνητών που έρχονται ομαδικά με λεωφορείο για να περπατήσουν τα τελευταία χιλιόμετρα.

Εξαιτίας αυτής της συγκυρίας, ο χαρακτήρας του δρόμου αλλάζει κατά πολύ μετά τη Σάρια. Οχλαγωγία, παράταιρες φωνές, ένα κλίμα μακριά από κάθε πνευματικότητα και γενικότερα μια κατάσταση που ξενίζει και κάνει να νιώθει άβολα όποιον έχει ξεκινήσει πολλά χιλιόμετρα πριν.

Στη Σάρια όμως είχα μια ευχάριστη έκπληξη. Με περίμενε ο φίλος μου ο Χοσέ από Λούγο που τον είχα συναντήσει τυχαία την προηγούμενη φορά που ήμουν στη Γαλικία και είχαμε φάει μαζί για λίγη ώρα. Είχε αναπτυχθεί μεταξύ μας μια βαθιά φιλία και αυτός θεώρησε υποχρέωση του αυτή τη φορά να με φιλοξενήσει στο σπίτι του. Ήρθε λοιπόν στη Σάρια και με πήρε με το αμάξι του και πήγαμε και φάγαμε στο σπίτι του σε ένα χωρίο λίγο έξω από το Λούγο. Σε μια αγροικία κτισμένη με τεράστιες πέτρες μας περίμενε η μητέρα έχοντας του κόσμου τα καλά. Τοπική χορτόσουπα, κρεατόπιτα και ένα πιάτο με γαλέο και γαρίδες. Οι Γαλικιάνοι είναι άνθρωποι κλειστοί και γι΄αυτό το λόγο μπορείς να τους παρεξηγήσεις εύκολα. Αν όμως σε θεωρούν φίλο τους, δίνουν όλη την ψυχή τους για να σε ευχαριστήσουν. Κατόπιν πήγαμε μια βόλτα στο  Λούγο όπου εντυπωσιάστηκα από τα ρωμαϊκά του τείχη που περιβάλλουν ολόκληρη την πόλη και έχουν μείνει αναλλοίωτα αιώνες τώρα. Γυρίζοντας στο βράδυ στο χωρίο ο Χοσέ ετοίμασε για μένα ένα τοπικό ποτό, την κεϊμάδα, που βασίζεται σε ένα είδος ρακής που βράζεται μαζί με κόκκους καφέ και φρούτα.

Το πρωί ξυπνήσαμε στις 5.00 φάγαμε φρέσκα αυγά τηγανητά από το κοτέτσι και πήγαμε ξανά στη Σάρια να συνεχίσω το δρόμο. Ο Χοσέ με ακολούθησε μέχρι το Πόρτομαρίν και έκπληκτος έμαθα ότι για πρώτη φορά περπατούσε το δρόμο του Αγίου Ιακώβου. Έκανε πραγματικά σαν μικρό παιδί και υποσχέθηκε στον εαυτό του ότι σύντομα θα τον περπατήσει και θα λέει πως αφορμή στάθηκε ένας Έλληνας φίλος του!

Έχοντας γεμίσει τις μπαταρίες από αυτή τη δυνατή, εγκάρδια και ανιδιοτελή κίνηση φιλοξενίας του περπάτησα από το Πόρτομαριν με τρομερή ευεξία. Εκείνη την ημέρα βάδιζα ασταμάτητα και ένα ρυθμό εξαιρετικά γρήγορο. Περπάτησα 39 χιλιόμετρα μέχρι το Μελίντε, έχοντας ένα ισχυρό κίνητρο. Να συναρτήσω μια παρέα φίλων που είχαν φύγει λίγο μπροστά και για να φάω τη σπεσιαλιτέ της πόλη: χταπόδι με πάπρικα.

Την επόμενη μέρα τα βήματα μου ήταν βαριά και είχα τάσεις υπνηλίας. Ένιωθα ότι δεν είχα πολλά κουράγια να περπατήσω μακριά. Έπαιρνα κουράγιο από το γεγονός ότι το Σαντιάγο ήταν μόνο 55 χιλιόμετρα μακριά. Στο δρόμο συνάντησα το φίλο μου το Μαρσέλο από τη Βολιβία και είπαμε να περπατήσουμε μαζί.

Περπατώντας 35 χιλιόμετρα μέχρι το Πετρούσο δεν βρήκαμε να μείνουμε πουθενά αφού τα γκρουπ των προσκυνητών, που είχαν ξεκινήσει από τη Σάρια, είχαν κλείσει ότι κατάλυμα υπήρχε στην  περιοχή. Έτσι αφού μοιραστήκαμε μια κονσέρβα που μου είχε μείνει στα δύο, πήραμε την απόφαση να συνεχίσουμε μέχρι το Σαντιάγο. Τελικά περπατήσαμε εκείνη τη μέρα 50 χιλιόμετρα, μένοντας 5 χιλιόμετρα από τον καθεδρικό του Σαντιάγο. Ένα όνειρο τόσων ημερών βρισκόταν μπροστά στα μάτια μας.

Το Σαντιάγο, η Ιθάκη των Προσκυνητών

Η ιστορία του ναού του Santiago de Compostela ( από λατινικό campo+stella=πεδίο των άστρων ή κοινώς Γαλαξίας) έχει σχέση με τα άστρα. Τον 9ο αιώνας ένας ερημίτης από Γαλικία, ο Πελάγιος, είδε στον ύπνο του ένα όνειρο ότι ένα  τεράστιο άστρο φώτιζε μια ερημική περιοχή. Ο επίσκοπος της περιοχής διέταξε να σκάψουν στην περιοχή και εκεί ανακαλύφθηκαν κάποια οστά που ο επίσκοπος κατάλαβε ότι ήταν του Αγ. Ιακώβου, αδελφού του Ιωάννη που ήταν μαθητές του Ιησούς. Ο ναός κτίστηκε αμέσως μετά και έγινε ιερός τόπος λατρείας έτσι σιγά σιγά ξεκίνησε το προσκύνημα του Σαντάγο.

Παρέα με το Μαρσέλο κατευθυνθήκαμε στην κεντρική πλατεία Ομπαντόιρο μπροστά από τον εντυπωσιακά ψηλό Καθεδρικό βλέποντας να καταφθάνουν εκεί φίλοι και γνωστοί με ανοιχτά χαμόγελα και δάκρυα στα μάτια. Δυνατές αγκαλιές και φιλία γιατί σήμερα τελειώνει μια κοινή διαδρομή σχεδόν ενός μήνα και από αύριο αρκετοί θα πάρουν το δρόμο της επιστροφής για το σπίτι τους. Αφού πήγαμε στο γραφείο των προσκυνητών, δείξαμε τις στάμπες του διαβατηρίου μας με όλες τις σφραγίδες από τα καταλύματα που είχαμε μείνει, πήραμε το Κομποστέλα μας, το αποδεικτικό ότι είχαμε περπατήσει το δρόμο του Αγίου.

Στις 12.00 ξεκίνησε η λειτουργία στο ναό που ήταν κατάμεστος από προσκυνητές. Η λειτουργία σε πολλές γλώσσες και  ένα τεράστιο θυμιατήρι αιωρούνταν με ένα σχοινί μεγάλο σαν εκκρεμές πάνω από τους πιστούς. Σακίδια και μπαστούνια στα στασίδια και στους τοίχους, άλλοι ξέσπαγαν σε λυγμούς από τη συγκίνηση, άλλοι κοιμόντουσαν εξαντλημένοι από την υπερπροσπάθεια, ενώ αρκετοί περιμένουν να πάρουν σειρά να εξομολογηθούν στα εξομολογητήρια που λειτουργούν την ώρα της λειτουργίας.

Το κλίμα στην πόλη συνήθως είναι ιδιαίτερα γιορτινό, όμως εκείνες τις μέρες είχε συμβεί ένα τραγικό δυστύχημα όπου 88 επιβάτες-προσκυνητές είχαν σκοτωθεί στην ανατροπή ενός τρένου λίγο έξω από το Σαντιάγο. Όλη η πόλη ήταν βυθισμένη σε βαρύ πένθος. Τα συναισθήματα μας ήταν ανάμεικτα. Χαρά για τον τερματισμό μας αλλά μεγάλη λύπη για τα τεκταινόμενα.

Στο δρόμο για το Φινιστέρε: ως το τέλος της γης

Αν το περπάτημα μου τελείωνε στο Σαντιάγο θα έχανα ίσως μία από τις ομορφότερες διαδρομές. Περίπου 90 χιλιόμετρα ακόμα, ο δρόμος προς το Φινιστέρε, «το τέλος της γης», σύμφωνα με την ετυμολογία της λέξης, μιας και είναι το δυτικότερο άκρο της Ισπανίας, έχει πολύ λιγότερους περιπατητές, επομένως η ησυχία και η ηρεμία είναι το κύριο χαρακτηριστικό της διαδρομής. Μετά τα πολύβουα και πολυκοσμικά τελευταία χιλιόμετρα προς το Σαντιαγό, ο δρόμος προς το Φινιστέρε ήταν βάλσαμο για όσους  περπατούσαν  επιδιώκοντας την πνευματική τους άσκηση και αφύπνιση.

Δάση με πυκνή βλάστηση, πορείες μέσα στην ομίχλη, εικόνες αγροτικής ζωής και διάσπαρτες πετρόκτιστες αποθήκες για τα σιτηρά και το καλαμπόκι δημιουργούσαν ένα ιδιαίτερο σκηνικό. Στο δρόμο προς το Φινιστέρε συνάντησα και μερικά από τα γραφικότερα  χωρία όλου του Κάμινο όπως το Πόντε Μασέιρα, κυριολεκτικά σκηνικό για παραμύθι.

Κάνοντας στάσεις  στη Νεγκρέιρα και  στην Ολβειόρα, η τελευταία μέρα του περπατήματος ξεκίνησε πολύ άσχημα γιατί είχα τρομερούς πόνους στις πατούσες μου. Όλα όμως τελείωσαν, όταν είδα μια εικόνα που είχαν να δουν πολύ καιρό τα μάτια: τη Θάλασσα. Όταν πάνω από την πόλη Τσέε φάνηκε η θάλασσα τα μάτια μου έλαμψαν. Η ψυχή μου φώναξε το προαιώνιο ξενοφώντιο «Θάλαττα,Θάλαττα!!!» ένδειξη ότι το DNA των Ελλήνων δεν έχει αλλάξει για πολύ, εδώ και αιώνες.

Σε αυτή την τελευταία διαδρομή ήμουν με το Φελίπε από το Πόρτο, έναν από τους καλύτερους συντρόφους του Καμίνο. Ο Φελίπε βλέποντας τη θέα της θάλασσας βούτηξε με τα ρούχα του. Εγώ πιο συγκρατημένος προχωρούσα, γελώντας και κλαίγοντας μαζί. Όμως η θέα της λευκής άμμου και γαλανών νερών έγινε σειρήνα που με τράβηξε κοντά της. Πέταξα το σάκο μου και βούτηξα στα παγωμένα νερά του Φινιστέρε νιώθοντας το αλμυρό νερό να εξαγνίζει και να καθαρίζει την ψυχή μου ύστερα από 900 χιλιόμετρα πεζοπορίας.

Από νωρίς το απόγευμα άρχιζε να μαζεύεται κόσμος στο Φάρο, μερικά χιλιόμετρα από την πόλη. Εκεί άλλοι έκαιγαν τα ρούχα τους ακολουθώντας το έθιμο των προσκυνητών, άλλοι μεθοκοπούσαν και τραγουδούσαν, άλλοι σιωπηλοί κοιτούσαν το βάθος της θάλασσας και το «τέλος του κόσμου». Εγώ με το μπαστούνι μου, ένα στραβό κλαδί από τα Πυρηναία, που είχα κόψει και είχα μαζί μου από την πρώτη μέρα, στεκόμουν πάνω σε ένα απομακρυσμένο βράχο.

Είχα δηλώσει ότι όταν θα έφτανα στο Φινιστέρε θα το πέταγα στη θάλασσα. Όμως με τι καρδιά να πετάξω τον «πιστό μου σύντροφο»; Αυτό το κομμάτι ξύλο με είχε στηρίξει κυριολεκτικά και μεταφορικά σε όλο μου το ταξίδι. Τι να πετάξω λοιπόν στην άγρια θάλασσα; Ένα κομμάτι της ψυχής μου; Δεν μπόρεσα να το κάνω. Το σήκωσα ψηλά κρατώντας το με τα δυο μου χέρια και έβγαλα μια δυνατή κραυγή κοιτώντας τον απέραντο ωκεανό. Μετά το φίλησα, το κάρφωσα όρθιο σε ένα βράχο και υποσχέθηκα στον εαυτό μου να ξαναρθώ, σίγουρος ότι θα έχει βγάλει ρίζες και βλαστάρια.

Μέσω
Φωτογραφίες, Κείμενο: Βαγγέλης Πρωτόπαπας

Βαγγέλης Πρωτόπαπας

ΜΟΥΣΙΚΟΣ-ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΣ Γεννήθηκα στην Αθήνα και έκανα τις πρώτες μου εξερευνήσεις λίγα χιλιόμετρα απ ότο κέντρο, στα βράχια και στις σπηλιές των Τουρκοβουνίων. Δυνατές παιδικές καλοκαιρινές εμπειρίες στην Τήνο και στα Θερμιά, τόποι καταγωγής μου. Στο Ρέθυμνο σπούδασα Παιδαγωγικά και μετά στο Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών. Ακολούθησαν αρκετά χρόνια μουσικές σπουδές και το 2002 ξεκίνησα τη διδακτορική μου διατριβή στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών της Φιλοσοφικής της Αθήνας, μια έρευνα γύρω από τις μουσικές προτιμήσεις των μαθητών του Δημοτικού που ολοκλήρωσα το 2009. Εργάζομαι ως μουσικός και ως δάσκαλος στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Έχω αξιωθεί να ταξιδέψω, μέχρι στιγμής, σε περισσότερες από 65 χώρες και ελπίζω να ταξιδέψω και στις υπόλοιπες μέχρι να φύγω.

Σχετικά Άρθρα

Back to top button