Ρέθυμνο: Η δική μας “Ιθάκη”

“Ξαναγυρίζω. Δεν έχω άλλη επιλογή”, όπως λέει κι ο ποιητής… Γιατί “δεν είναι απλά ένας τόπος που πηγαίνεις, αλλά που πάντα επιστρέφεις…”.
Μόλις πήρα στα χέρια μου το “Ρέθυμνο” του Σπύρου, του ζήτησα μια μεγάλη χάρη ·για την ακρίβεια δύο αφού, όπως λένε, άμα δώσεις θάρρος στο χωριάτη… Να συμπληρώσω τα γραφόμενά του με τη δικιά μου “εκδοχή” για τον τόπο και, κάπου πλάι στις καλλιτεχνικές του φωτογραφίες, να μπει κι αυτή η “ερασιτεχνική”, του θείου του Λευτέρη ·να χαρούν λίγο τα ξαδέρφια και να νοιώσουμε κι εμείς, με την αδερφή μου, ότι “βλέπουμε” ξανά (μιας κι ήταν “φτυστοί”) τον μπαμπά μας!
Έτσι κι αλλιώς, ακόμα κι οι σημερινοί Ρεθυμνιώτες θυμούνται το λεωφορείο του: αυτό που, ολοχρονίς, από το πρωί μέχρι το απόγευμα, “έβγαζε” ακούραστα όλα τα χωριά του νομού και μεταμορφωνόταν σε “μαγικό” τα βράδια του καλοκαιριού. Φώτα -όλα τα φώτα αναμμένα!- μουσική στο τέρμα, αδέρφια, παιδιά, ανίψια, νύφες, γαμπροί μέσα -όλοι μέσα!- το “Γιαννιώ” μας -ως ο μόνος “συνεχιστής” του υπερήφανου Κανακακέικου- σε ρόλο ξεναγού και… φύγαμε κορνάροντας -ναι, κορνάροντας, μην και περάσουμε… απαρατήρητοι!- πότε για τον Γαβαλά, στον Πλατανιά (απίθανα κρέατα και τηγανιτές πατάτες μέχρι σήμερα), και πότε για τον Κόμπο ή τον Γαζόζα στο Ατσιπόπουλο (προτιμήστε τα Σουβλάκια της περιοχής και… θυμηθείτε μας!). Μάλλον, όμως, ξέφυγα…
Γράφει ο Σπύρος: “Το Ρέθυμνο το γνωρίζω από τότε που έφτανε εκεί καράβι. Η πρώτη πραγματική επαφή μου με τον τόπο, δεν έγινε όμως κάτω από τις καλύτερες συνθήκες… Ήταν πριν πολλά χρόνια, τότε που με τον καλό φίλο και εξαιρετικό δημοσιογράφο, τον Γιώργο Μαρνέλο, και για της ανάγκες της “Ελευθεροτυπίας”, είχαμε κατέβει να κάνουμε ένα ρεπορτάζ για τη διακίνηση όπλων στο νομό. Αποτέλεσμα; Να κοιμόμαστε τα βράδια στο Μπαλί, με το ένα μάτι… ανοιχτό!”
Εγώ, πάλι, το Ρέθυμνο το γνωρίζω… από τη μέρα που γεννήθηκα! Πέρα, όμως, από τις βόλτες με το λεωφορείο, τα μπάνια και τις ατέλειωτες “περατζάδες” στην παραλία (πριν καταλήξουμε για χοχλιδάκια στου Ανυφαντάκη), τις βουτιές στην Επισκοπή, τον Πετρέ και το Γεράνι, ούτε η δική μου, πραγματική “πρώτη” επαφή με τον τόπο έγινε κάτω από τις καλύτερες συνθήκες…

Το πρώτο μου πακέτο το αγόρασα στο “γνωστό” περίπτερο, στο έμπα της παλιάς πόλης αλλά, για να τολμήσω να καπνίσω, έφτασα μέχρι το λιμάνι, σχεδόν έξω από το τότε μαγαζί του “Ρίνγκο” (σήμερα, ο χαρακτηριστικός Βασίλης μαγειρεύει, πίνει και κερνάει “ανεβαίνοντας” προς τη Φορτέτζα). Στο γυρισμό, η μάνα μου με περίμενε ήδη στη γωνία της Παύλου Βλαστού, για να μου πει ότι ντρόπιασα, στον τόπο του, τον πατέρα μου! Και τότε, στα 15-16 χρόνια μου, συνειδητοποίησα πόσο “μικρή” ήταν αυτή η πόλη για μένα! Καμιά σχέση, φυσικά, με την Αθήνα, καμιά σχέση ούτε και με την “υπόλοιπη” καταγωγή μου, τα Χανιά ·εδώ, οι πάντες γνώριζαν τους πάντες κι εγώ θα ήμουν πάντα η κόρη του Στέλιου, η ξαδέρφη του γιατρού μας, του Γιάννη, της θεάς Σωσώς και της Ρούλας που μάθαινε γράμματα στα “δικά” τους παιδιά. Τόσο “δεδομένη” και τόσο ετερόφωτη που, ακόμα κι ο βουλευτής, μου δινε “έτοιμο” το ψηφοδέλτιο, πριν κατέβω από το καράβι! Τα χρόνια, όμως, πέρασαν…
“Τα χρόνια πέρασαν”, συνεχίζει ο Σπύρος, “ο γιος μου μεγάλωσε και με τούτα και με τα άλλα, βρέθηκε φοιτητής στα Περιβόλια Ρεθύμνου. Τότε ήταν, λοιπόν, που μπόρεσα να μάθω καλά την περιοχή. Η αγάπη μου για την Κρήτη και το παιδί μου σαν… πρόφαση, μου έδωσαν την ευκαιρία να κατέβω πολλές φορές κάτω, σε όλες τις εποχές του χρόνου. Να γνωρίσω, να ζήσω και, κυρίως, σε ένα μεγάλο βαθμό να αποκωδικοποιήσω τις συμπεριφορές των κατοίκων που, όπως και να το κάνεις, έχουν κάποιες ιδιαιτερότητες.
Η ίδια η πόλη είναι πόλη ζωντανή, σχεδόν μέρα-νύχτα! Βέβαια, σε αυτό βάζουν το… χεράκι τους κι οι 11.000 φοιτητές, μαζί με τους κοντά 35.000 κατοίκους. Κι ενώ είναι η τρίτη πόλη της Κρήτης, σε ό,τι αφορά τον τουρισμό “δαγκώνει” μεγάλο κομμάτι από την “πίτα”! Λογικό, άλλωστε, αφού γεωγραφικά βρίσκεται στην “καρδιά” του νησιού κι έχει υπέροχα τοπία στα πόδια της: η Αγία Γαλήνη, το Μπαλί, ο Πρέβελης, η παραλία του Πάνορμου, ο Πλακιάς, το Ροδάκινο, η απίστευτης ομορφιάς Τριόπετρα (αρκεί εκεί να μην έχεις… ραντεβού με τον Απηλιώτη!), η παραλία του Άγιου Παύλου και, μόλις 4 χλμ. ανατολικά του Ρεθύμνου, ο Πλατανιάς.
Τι να πεις, τώρα, για τους ανθρώπους του; Ζουν με σύμμαχο τη φύση και το συναίσθημα, πέρα από τους κώδικες της μεγαλούπολης, κι όπου κι αν πας, ακόμα και στο πιο απόμακρο χωριό, θα σου ανοίξουν την πόρτα τους!”
Αυτή η φράση σου, Σπύρο, “ζουν με σύμμαχο τη φύση και το συναίσθημα”, ήταν που “άνοιξε” και τη σκέψη μου… Καιρό τώρα, το έψαχνα μέσα μου ·από τη στιγμή που άρχισαν τα απανωτά “φευγιά”! Κι η αλήθεια είναι πως, την τελευταία φορά που περπάτησα το Ρέθυμνο, χειμώνα κιόλας, το είδα με εντελώς άλλη ματιά… Αναζητούσα, όμως, κι άλλους, βαθύτερους λόγους για να ριζώσει καλά μέσα μου ·εκτός από τη δεδομένη αγάπη μου για το σόι, τις ακριβές αναμνήσεις, τον ήχο από τα τακουνάκια της θείας Μαρίας που πηγαινοερχόταν ακούραστα στο πλακόστρωτο και την απίστευτη φυσική του ομορφιά.
Αχ, αυτή του η ομορφιά! Ο Σπύρος την υμνεί μοναδικά: “Το Ρέθυμνο έχει δύο κομμάτια: τη σύγχρονη και την παλιά πόλη ·από τις πιο καλοδιατηρημένες ενετικές συνοικίες της Κρήτης! Από ψηλά, από την εθνική, πέραν της απεραντοσύνης του μπλε, βλέπεις τη Φορτέτζα να δεσπόζει! Κι ήδη από εκεί, μπορεί καθένας να διακρίνει τις μαυριτανικές αλλά και τις ευρωπαϊκές επιρροές που “κουβαλά”, όπως κι όλα τα εξαίρετα αρχιτεκτονικά δείγματα!”
Μόνο που, θέλουμε δε θέλουμε, Σπύρο, πάνω ακόμα κι από αυτήν την ομορφιά, κυριαρχεί το συναίσθημα ·οι “ιδιαιτερότητες” που ανέφερες κι εσύ, που δε θα τις βρεις σε κανένα άλλο κρητικό μέρος
Εδώ, όλα έχουν το “πολύ” μπροστά! Πολύ φαϊ, πολύ πιοτό, πολύ τραγούδι και χορός… πολύ πένθος! Πολύ γέλιο… πολύ κλάμα! Πολύ κουτσομπολιό… πολλή (όταν πρόκειται για τα του οίκου μας) μυστικοπάθεια! Πολύ βρισίδι… πολλή πίστη κι ευλάβεια! Πολλή αγάπη… πολλή βεντέτα! Πολλή γενναιοδωρία… πολλή τσιγκουνιά (στο “άνοιγμα της καρδιάς”, στο αυθόρμητο άγγιγμα)! Πολύ φιλοξενία (ναι, Σπύρο, δε θα βρεις ποτέ κλειστή πόρτα)… πολύς σωβινισμός! Πολύς πόθος… πολύ πάθος! Πολύ (διφορούμενη και παρεξηγήσιμη ίσως) λεβεντιά! Κι έτσι κατάλαβα κι εγώ, επιτέλους, γιατί παλεύω με τις αντιφάσεις μου 51 χρόνια κι από πού πήρα όλη αυτή την… πληθωρικότητα!
“Ο μύθος λέει”, γράφει ο Σπύρος, “πως στον Ψηλορείτη γεννήθηκε ο Δίας, θεός των θεών, θεός του ουρανού και του κεραυνού, πολυτάραχος, γνωστός για τις ερωτικές περιπέτειες και τα πάθη του, αλλά και θεός της φιλοξενίας ·και τούτο το κρατάνε καλά σε αυτόν τον τόπο! Εγώ θυμάμαι ακόμα τα ρακοπότηρα να πηγαίνουν και να ρχονται, μου έχει λείψει ο πρωινός καφές στην κρήνη Ριμόντι, οι βόλτες το σούρουπο στο κάστρο, τα πρωινά ανάμεσα στα καφασωτά, στην παλιά πόλη, οι θαυμαστές πόρτες… Και, φυσικά, ούτε εγώ ούτε κανείς άλλος μπορεί να ξεχάσει τις μέρες -εντάξει, κυρίως τις νύχτες!!!- του καρναβαλιού στο Ρέθυμνο ·από τώρα κλείνουμε εισιτήρια για τον Φλεβάρη!”