Travel StoriesΚόσμος

Οδοιπορικό στη φθινοπωρινή Τρανσυλβανία: Μέρος Α’ παρέα με τη σκιά μου!

Ηλιόλουστο, φθινοπωρινό απόγευμα στα τέλη του Σεπτέμβρη και, μετά από 630 χλμ. οδήγησης, φτάνω στον Προμαχώνα. Ξεκίνησα πρωί από την Αθήνα και, επτά ώρες μετά, πλησιάζω με τη μοτοσικλέτα μου τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Εντάξει! Την πήγα αρκετά γρήγορα για τα κυβικά της (και τα δικά μου!) και, τώρα που το σκέφτομαι, χωρίς ιδιαίτερο λόγο ·είναι φαίνεται, που ανυπομονώ για το “ραντεβού” μου με την Τρανσυλβανία!

transylvania_8

Δεν είχα και το καλύτερο ξεκίνημα… Μου έπεσε κάτω το κράνος, μου έσπασε η βάση της GoPro και, στο 250ο χλμ., ένα αυτοκίνητο που ξέφυγε από την πορεία του, μπροστά στα μάτια μου, με ανάγκασε να τρέξω για βοήθεια! Έχασα κι εγώ την ισορροπία μου, από τη βιασύνη μου -μικρό το κακό- αλλά ευτυχώς η ιστορία τέλειωσε μόνο με υλικές ζημιές και καθόλου θύματα. Είχα ήδη “στραβώσει” όμως λίγο -“δεν αρχίσαμε ωραία”, σκεφτόμουν- και, δέκα λεπτά μετά, ξέμεινα από βενζίνη ·ο… κ—φαρδος, ακριβώς έξω από ένα βενζινάδικο! “Ε, ένας καφές επιβάλλεται τώρα”, είπα στον εαυτό μου και, μαζί με αυτόν, αγόρασα ένα πακέτο τσιγάρα, μετά από διακοπή τριών ολόκληρών μηνών! Έτσι, “για να τριτώσει το κακό”, όπως θα λεγε κι η μάνα μου!transylvania_02

Ήρεμος πια, συνέχισα με λίγες μόνο στάσεις για τσιγάρο και, χωρίς άλλα απρόοπτα, πέρασα τα σύνορα. Ο καιρός υπέροχος, η διαδρομή εξίσου μέσα στην κοιλάδα του Στρυμόνα, οδηγώντας στο στενό δρόμο προς τη Σόφια, αλλά και ουρές αυτοκινήτων για πολλά χιλιόμετρα. Οι Βούλγαροι επισκέπτες του Σαββατοκύριακου επιστρέφουν από τις παραλίες της Χαλκιδικής, σε μια από τις τελευταίες τους ευκαιρίες, για φέτος, να απολαύσουν τις ελληνικές παραλίες.  transylvania_03

Το βράδυ μένω στο Μπλαγκόεβγκραντ, 70 χλμ. μετά τα σύνορα, σ’ ένα φτηνό αλλά καθαρό μοτέλ, με περιφραγμένο γκαράζ για τη μοτοσικλέτα ·η κούραση της ημέρας είναι πλέον αισθητή και δεν έχω όρεξη για άλλες περιπέτειες. Τα περίχωρα εί ναι γεμάτα παλιές πολυκατοικίες, στην πλειοψηφία τους από την εποχή του σοσιαλισμού, αλλά και νεότερες, πολύχρωμες. Πεινάω και διψάω! Παραμιλάω!

“Μια μπύρα, βρε παιδιά! Δεν υπάρχουν μαγαζιά σ’ αυτήν την πόλη;”, αναρωτιέμαι, ψάχνοντας για πάνω από μισή ώρα να βρω το κέντρο. Επιτέλους, ένας αγγλομαθής νεαρός με καθοδηγεί -“here is the centre!”- αλλά εγώ δε βλέπω παρά μια τεράστια, τσιμεντένια πλατεία και γύρω-γύρω κάποια δημόσια κτίρια, ένα παράρτημα αμερικανικού πανεπιστημίου και, κάπου στα… σκοτεινά, λίγα καταστήματα. “Ψιλοκαταθλιπτικό “κέντρο” για μια πόλη 70.000 κατοίκων”, σκέφτομαι, και κατευθύνομαι με βαριά βήματα προς το “κυριλέ” εστιατόριο ·εντελώς έξω από το στοιχείο μου, αλλά κι η μόνη επιλογή μου για… την μπύρα που λέγαμε!transylvania_05

Στα διπλανά τραπέζια, επαρχιώτισσες Βουλγάρες ντυμένες “με τα καλά τους” κι ένα παιδικό πάρτι γενεθλίων, στο δικό μου τραπέζι μια μερίδα κοτόπουλο με κάρι και -επιτέλους!- η μπύρα μου, έξω στο δρόμο ελάχιστοι περαστικοί, κυρίως νεαρής ηλικίας, και δίπλα ένας τζογαδόρικος χώρος, διακοσμημένος με πολύχρωμα λαμπάκια ·κρύο βράδυ, με 6° C, και μια γενική αίσθηση μελαγχολίας. Επιστροφή λοιπόν στο ζεστό ξενοδοχείο…

Τα ξημερώματα, η θερμοκρασία έχει πέσει στους 3°C ·ίσως, τελικά, δεν είναι κι η καλύτερη εποχή για “να πάρεις τους δρόμους” με δυο τροχούς… “Είναι! Πάντα είναι!”, λέω στον εαυτό μου, και ξεκινάω ακολουθώντας αρχικά το στενό, επαρχιακό δρόμο που όμως, σύντομα, γίνεται αυτοκινητόδρομος. Ο ίδιος συνεχίζει και για 90 χλμ. περίπου μετά τη Σόφια, καινούργιος κι ακόμα χωρίς διόδια, κι αυτό με βοηθά να συνεχίσω χωρίς περιττές στάσεις, μιας και βλέπω ότι η βροχή είναι συνεχώς μπροστά μου. transylvania_09

Εβδομήντα χιλιόμετρα μετά την πρωτεύουσα της Βουλγαρίας, βγαίνω από τον αυτοκινητόδρομο κατευθυνόμενος προς την πόλη Βίντιν (Vidin), οδηγώντας και πάλι σ’ ένα σχετικά καλό επαρχιακό οδόστρωμα. Πολλά φορτηγά, λίγα συμπαθητικά χωριά στη διαδρομή, χωμάτινα πάρκινγκ, όπου κοπέλες με μίνι και έντονο μακιγιάζ κάνουν “πιάτσα” στη μέση του πουθενά, μέσα στο κρύο, κι ένα μεγάλο πάρκινγκ για νταλίκες, με μια τεράστια ταμπέλα που… προειδοποιεί: “Not for Turkish drivers!” Παντού ξενοφοβία!transylvania_18

Προσπαθώ να βγάλω από το μυαλό μου τη “μαυρίλα” των προηγούμενων εικόνων κι αρχίζω να παρατηρώ τη σκιά μου -πότε πηγαίνει στο πλάι, πότε μπροστά μου…- που με συντροφεύει χωρίς να μου ζητάει τίποτα πίσω ·ποτέ δεν έχω ζήσει κάτι παρόμοιο ταξιδεύοντας με αυτοκίνητο. Όλο αυτό σου δίνει μια υπέροχη εμπειρία και μια αίσθηση ελευθερίας που είχα ξεχάσει για πολλά χρόνια, σε αντίθεση με τις δεσμεύσεις που συνήθως υπάρχουν στις ομαδικές εκδρομές, με παρέες και φίλους. Τελικά, μου αρέσει πολύ το μοναχικό ταξίδι! Και με αυτό το όμορφο συναίσθημα, απόγευμα με λιακάδα, μετά από μια σύντομη βροχή, φτάνω στο Βίντιν.

Κοντά στη Σερβία και δίπλα στη Ρουμανία, αυτή η μικρή, παραδουνάβια πόλη με την ταραγμένη ιστορία, έχει αρκετά μνημεία και κάποια ιδιαίτερης βαλκανικής αισθητικής αρχοντικά του 19ου αιώνα, απομεινάρια από περασμένα μεγαλεία. Είναι ήσυχη, είναι ασφαλής ·αφήνω, λοιπόν, κι εγώ τη μοτοσικλέτα μου έξω από το ξενοδοχείο και πάω να την περπατήσω… Σκοτάδι, λίγος κόσμος στους δρόμους και στα όμορφα πάρκα της, αλλά αρκετός στο πλωτό εστιατόριο όπου και κατευθύνομαι… Μπυρίτσα και πάλι, τσιπούρα στα κάρβουνα, λάδι και ξύδι στα χαρακτηριστικά μπουκαλάκια από ούζο “Πλωμάρι”…

Φαίνεται πως η Ελλάδα ταξιδεύει μαζί μου στα κατάμαυρα νερά του Δούναβη ·στην απέναντι όχθη, αχνοφαίνονται ήδη τα φώτα του Καλαφάτ στη Ρουμανία.

 

Μέσω
Φωτογραφίες, Κείμενο: Γιάννης Γιατίλης

Γιάννης Γιατίλης

ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ Γεννήθηκε στον Πειραιά τo 1959 και μεγάλωσε στο Παλαιό Φάληρο. Ασχολήθηκε με την φωτογραφία από τα μέσα της δεκαετίας του 70 και αργότερα άρχισε να συνεργάζεται σαν φωτογράφος με γκαλερί και μουσεία αντιγράφοντας έργα διάσημων Ελλήνων και ξένων ζωγράφων και γλυπτών, αργότερα δε με διαφημιστική φωτογραφία και στούντιο. Παράλληλα έκανε σκηνοθεσία στην Σχολή Σταυράκου και επιχειρησιακές σπουδές στο BCA αλλά δεν ασχολήθηκε με κανένα από τα δύο αντικείμενα. Η φωτογραφία δεν ήταν αποκλειστική του απασχόληση, εργάστηκε παράλληλα σε πάρα πολλές και άσχετες δουλειές. Στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 δούλεψε σαν φωτορεπόρτερ σε κάποια από τα σημαντικότερα πρακτορεία φωτορεπορτάζ της εποχής καθώς και στις εφημερίδες "Έθνος" και "Αδέσμευτος Τύπος". Από το 1997 και μετά έκανε επαγγελματική μεταστροφή και μεταγραφή στο Εμπορικό τμήμα της Ελευθεροτυπίας και της Χρυσής Ευκαιρίας απ' όπου και συνταξιοδοτήθηκε το 2012. Έκτοτε ασχολείται με προσωπικά project και με φωτογραφία δρόμου.

Σχετικά Άρθρα

Back to top button