Η Πάρνηθα …Fisheye

Σάββατο πρωί και να ξυπνάς κάπως. Οι ήχοι της πόλης να μην μοιάζουν με μουσικές και το φως ποτέ να μην είναι αρκετό να διαλύσει τα σκοτάδια.
Θέλω βόλτα με …οπτική ψαριού.
Το να ανέβεις στην Πάρνηθα τους μήνες του χειμώνα, μοιάζει πολύ με το να πηγαίνεις για μπάνιο στο Καβούρι, τους μήνες του καλοκαιριού.
Ποδηλάτες στις ανηφοριές, πεζοπόροι στα χώματα, καρατέγκα στα λιβάδια. Ο σουρεαλισμός των εκδρομέων του Σαββατοκύριακου.
Μποτιλιάρισμα στο ανέβασμα, πρώτη, δευτέρα και τ΄ανάποδο…
Πιάνεις κάποτε το ισιάδι και προσεγγίζεις στο “πάρκο των ψυχών”. Γλυπτά από τους πονεμένους κορμούς ετούτου του βουνού. Ένα παράθυρο στο άπειρο, μια προσευχή, ένας αλλόκοτος εσταυρωμένος και ένας ήλιος μπερμπάντης και κρυψίνους να πλατσουρίζει μπρος στα δικά μου πόδια.
Απέναντι, το φάντασμα του επιβλητικού πρώην Ξενία ή όπως είναι ακόμα πιο γνωστό: Σανατόριο.
Το Σανατόριο χτίστηκε το Μάιο του 1912 από την διοίκηση του νοσοκομείου Ευαγγελισμός που αποφάσισε τότε την ίδρυση του και τη λειτουργία του ως ορεινό αντιφυματικό περίπτερο-θεραπευτήριο.
Σε αυτό, θα νοσηλευτεί και ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος από τον Οκτώβριο του 1937 ως τον Απρίλιο του 1938. Παρά τη νοσηλεία του, ο Γιάννης Ρίτσος δεν θεραπεύθηκε, αλλά κατά την παραμονή του εκεί έγραψε τρία έργα: «Μια πυγολαμπίδα φωτίζει τη νύχτα» (1937), «Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού» (1938, αφιερωμένο στο Βασίλη Ρώτα), «Εαρινή Συμφωνία» (1938).
Λίγο πιο κάτω όμως αρχίζουν τα …ωραία !!!
Δυο τρεις στροφές και μπροστά σου αρχίζει να ξεδιπλώνεται ένας σκηνικός χώρος σαν από παραμύθι του Tim Burton.
Το “Hotel Κυκλάμινα”, κουφάρι πια, μετά την μεγάλη φωτιά του 2007. Μια καταστροφική φωτιά που πλήγωσε πολύ βαριά και το βουνό και την πόλη της Αθήνας.
Τα άλλα κυκλάμινα, εκείνα τα μοβιά, παντού, αλλά τσαλαπατημένα, δεν μάθαμε ακόμα, δεν πήραμε το μήνυμα…
…Mανδάμ, το ελάφι μανδάμ, δεν είναι κατοικίδιο !!!
Αν και το κρύο δεν είναι τόσο πολύ κάποιο λαίμαργο ελάφι, κατέβηκε χαμηλότερα και παίρνει από τα χέρια των επισκεπτών φύλλα λάχανου ή καρότα.
-Γούτσου γούτσου, κοίτα Γιωργάκη τι όμορφο που είναι το ελαφάκι, κράτα στο χεράκι σου το λάχανο να; ρθει να το φάι μη φοβάσαι, δεν δαγκώνουν τα ελαφάκια…
-Γιωργάκιιιιιιιιιι κράτα και λίγο λάχανο για τον παππού…
Ο παππούς έχει βγάλει το κινητό, έχει πάρει και θέση στιλ John Wayne, “σημαδεύει” το …ελαφάκι και βροντοφωνάζει:
-Γέλα και λίγο ρε Γιωργάκη, τόχω, τόχω !!!
Το φελέκι μου μέσα…
Σκέφτηκα, αν φύγω τώρα, μπορεί και να γλιτώσω τα ισόβια, είναι και το κλίμα ανθυγιεινό στις φυλακές, άσε που είναι κρίμα τα …νιάτα μου.
Ανηφορίζω προς το καταφύγιο “Μπάφι”. Φτάνω (κάποτε) και ψάχνω κάπου να παρκάρω το αυτοκίνητο. Εντάξει, βρήκα, κάπου, κάποτε.
Βγαίνω από το αυτοκίνητο και …ξαναμπαίνω. Δεν αναπνέω καν. Αφήνω να περάσουν μερικά λεπτά και ανοίγω σιγά σιγά την πόρτα. Προσέχω να μην κάνω κανέναν θόρυβο.
Τολμώ και βγαίνω, θυμήθηκα άλλωστε πως παλιά έκανα και krav maga τι στην ευχή, τρομάζουν τα παλικάρια;;;
Οι ιαχές όμως, εκεί!
Είπα, έφτασα μέχρι εδώ, κρίμα είναι να γυρίσω πίσω χωρίς να δω και άλλα ελάφια Τι το ήθελα;
Αντί για ελάφια, το λιβάδι πριν το καταφύγιο γεμάτο λευκές στολές αθλητών του καράτε!!!
Το σώμα μου δονείται, όχι από τίποτα εξωγενείς δυνάμεις και τέτοια. Στα αυτιά μου κυριαρχεί η αποφασιστική βούληση όσο και ιστορική ατάκα του αθλητικού παρουσιαστή Γ. Χελάκη “δεν περιγράφω άλλο”…