Δερβενοχώρια: Ένα οροπέδιο με πολλά μυστικά

Η «Εύα» μας απάτησε και ζήσαμε τελικά αυτό που λέει και το τραγούδι, “εμείς γι αλλού κινήσαμε, γι αλλού κι αλλού η ζωή μας πάει…”
Κυριακή πρωί με την καταιγίδα ηπιότερη από ότι την περιμέναμε ευτυχώς –παρά τα 112 που στάλθηκαν σωρηδόν το προηγούμενο βράδυ- ξεκινήσαμε για Μαγούλα και τα πέριξ της Ελευσίνας για «αυτοψία». Να ρίξουμε δηλαδή μια ματιά αν πλημμύρισε η περιοχή και πως δείχνει το βιομηχανικό τοπίο κάτω από τα βαριά σύννεφα.
Όμως όταν σηκώσαμε το κεφάλι και είδαμε στο βουνό τις ανεμογεννήτριες μέσα στην ομίχλη της «Εύας» και του φθινοπώρου, σαν υπνωτισμένοι πήραμε την ανηφόρα. Και ζήσαμε μια αξέχαστη ημερήσια εκδρομή.
Πρώτα περάσαμε τη βιομηχανική ζώνη, ύστερα το εργοστάσιο των τσιμέντων Τιτάν και μετά βρεθήκαμε σε ένα υπέροχο δάσος. Κι αν εξαιρέσεις πως υπήρχαν ίχνη από πυρκαγιές προηγούμενων ετών και τα σιδερένια θηρία που παράγουν ενέργεια, για τα οποία έχουν ξεσηκωθεί πολλές φορές οι κάτοικοι των γύρω περιοχών, η διαδρομή ήταν εντελώς κινηματογραφική, με το γνωστό αγγελοπουλικό κλισέ …τοπίο στην ομίχλη.



Κι έτσι, αφού αποφασίσαμε να πάρουμε αυτή την ορεινή επαρχιακή οδό, ο δρόμος δεν μας άφησε περιθώρια. Η «Εύα» μας έστελνε ντουγρού στα Δερβενοχώρια. Η διαδρομή απολαυστική με την βροχή να πέφτει άλλοτε έντονη, άλλοτε πιο χαλαρά είτε βοηθώντας είτε «μποϊκοτάροντας» την δουλειά του φωτογράφου που δεν έμοιαζε καθόλου να πτοείται κι απολάμβανε από παντού το τοπίο.
Φτάνοντας στον χαρακτηριστικό πυργίσκο της περιοχής που μας ενημέρωσε κι επισήμως με σχετική ταμπέλα, ότι μπαίνουμε στην περιοχή των Δερβενοχωρίων,

δεν βιαστήκαμε να μπούμε στον κεντρικό δρόμο, αλλά στρίψαμε αριστερά σε έναν παράδρομο, να δούμε που πάμε και να θαυμάσουμε το τοπίο από ψηλά.




Τα πέντε χωριά των Δερβενοχωρίων, Πύλη, Σκούρτα, Στεφάνη, Πάνακτο, Πράσινο, μαζί με τη Δάφνη και τη Δαφνούλα, απλώνονται σε ένα οροπέδιο με εντυπωσιακά χρώματα, σε ύψος 500 -600 μ. και πλέον ανήκουν διοικητικά στο Δήμο Τανάγρας, ενώ ο νομός που τα περικλείει είναι της Βιωτίας. To οροπέδιο των Δερβενοχωριων ήταν το σημαντικότερο και μοναδικό πέρασμα κατά τους πανάρχαιους και προεπαναστατικούς χρόνους από την Πελοπόννησο και την Αττική, στην υπόλοιπη Ελλάδα.
‘Αλλωστε η λέξη Δερβένι ή Ντερβένι που έχει έχει τουρκική προέλευση (ντερβέν), σημαίνει στενό πέρασμα μέσα από ορεινούς όγκους, κλεισούρα.
Αφού περιδιαβήκαμε στο μικρό ορεινό δρόμο για αρκετή ώρα, ξεκινήσαμε για τη γνωριμία των χωριών.
Είχαμε άλλωστε όλη τη μέρα μπροστά μας.
Πρώτη στο δρόμο μας η Στεφάνη, χτισμένη σε υψόμετρο 580 μέτρων. Μέχρι το 1927 ονομαζόταν Κρώρα και κάπου εδώ κοντά ξεκίνησε η καταστροφική πυρκαγιά της Πάρνηθας, το 2007.






Τη διασχίσαμε με τις μύτες λιγωμένες από τις τσίκνες των ψησταριών γιατί πρέπει εδώ να πω πως όλα τα χωριά φημίζονται για τα ψητά τους και φανταστήκαμε αμέσως πως άλλες Κυριακές θα γινόταν κοσμοσυρροή, όμως τώρα ας όψεται η “Εύα”.
Βγαίνοντας από το χωριό επιλέξαμε να πάμε αριστερά και με την βροχή πάλι να μας κυνηγάει, κινήσαμε για Πράσινο με το σύννεφο από πάνω να μας οδηγεί. Κάποια στιγμή έκλεψε το βλέμμα μας αριστερά το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία.

Το Πράσινο, μικρό χωριό με μόλις 53 μόνιμους κατοίκους, μέχρι το 1955 ονομαζόταν Καβάσιλα και κανονικά διαθέτει στα δυτικά του οικισμού ερείπια κάστρου, αλλά την ώρα που περνάγαμε εμείς, ήταν καλυμμένα από την κουρτίνα της βροχής.





Μετά σειρά είχε το Πάνακτο…
Μέχρι το 1915 ονομαζόταν Κακονισχήρι οπότε μετονομάστηκε σε Πάνακτο, από το όνομα του αρχαίου Αθηναϊκού φρουρίου που οι έρευνες το τοποθετούν σ’ αυτή την περιοχή των Δερβενοχωρίων.
Το Πάνακτο ήταν σημαντικό αρχαίο Αθηναϊκό οχυρό στην περιοχή της δυτικής Πάρνηθας. Έλεγχε μία από τις κύριες ορεινές διαβάσεις από την Αττική προς τη Βοιωτία. Την περίοδο του Πελοποννησιακού πολέμου, στη φάση του Αρχιδάμειου πολέμου, καταλήφθηκε από τους Σπαρτιάτες και τους Βοιωτούς, αλλά επιστράφηκε στους Αθηναίους το 421 π.Χ. καθώς ήταν ένας από τους βασικούς όρους της ειρήνης του Νικία.


Επιχειρήσαμε να το επισκεφτούμε, αλλά κάτι η ομίχλη που το είχε σκεπάσει, κάτι το αγροτικό ενός ντόπιου που είχε κλείσει το δρόμο -που να φανταστεί ο άνθρωπος πως θα έρχονταν Αθηναίοι με εξερευνητικές τάσεις, μέσα στην καταιγίδα- το αφήσαμε για άλλη φορά και συνεχίσαμε για Πύλη.



Η Πύλη υπήρξε η έδρα του τέως Δήμου Δερβενοχωρίων και μέχρι το 1927 ονομαζόταν Δερβενοσάλεσι. Στην Πύλη πραγματοποιήθηκε και μια από τις σημαντικότερες μάχες της εθνικής αντίστασης με τους Γερμανούς, η «Μάχη της Πύλης» στις 18 Οκτώβρη του 1943.
Αφού περάσαμε το κέντρο του χωριού με τις πολλές εδώ ψησταριές και διάφορους κράχτες να μας καλούν για αμνοερίφια, κατευθυνθήκαμε έξω από το χωριό προς τη Μονή Ζωοδόχου Πηγής που βρίσκεται γύρω στα δύο χιλιόμετρα βόρεια της Πύλης.

Κτισμένη τον 11ο μ.Χ. αιώνα, στην περίοδο ακμής της ήταν ένα μεγάλο μοναστήρι με 360 περίπου μοναχούς. Το 1890 πραγματοποιήθηκε αναστύλωσή του από τους κατοίκους της Πύλης και τότε ήρθαν στην επιφάνεια ψηφιδωτά που κοσμούσαν τους τοίχους και τα πατώματα της μονής καθώς επίσης λουτρώνες και μαρμαροθετήματα στην ευρύτερη περιοχή. Συγκεκριμένα, γύρω από το μοναστήρι, υπάρχει λουτρό του 13ου αιώνα μ.Χ. με εμβαδόν 30 τ.μ. και ύψος 3 μ. όπου ανάβλυζε κρύο νερό για χρήση από τους τότε μοναχούς.




Εμείς δεν εντοπίσαμε, φτάνοντας εκεί, σημεία ζωής αλλά μια υπέροχη θέα και μια βλάστηση να σου θυμίζει βορειοελλαδίτικο τοπίο.
Ήμασταν πλέον στην καρδιά του τόπου και σε λίγο στο peak της εκδρομής, καθώς η περιοχή διαθέτει, εκτός από αρχαία, ρωμαϊκά, βυζαντινά και σύγχρονα μνημεία και κάτι από Ζαγοροχώρια.
Μας το είχαν «σφυρίξει στη διαδρομή πως έπρεπε να κάνουμε μια παράκαμψη …όλα τα λεφτά.
Έτσι, αντί να κατευθυνθούμε προς Σκούρτα, το μεγάλο χωριό των Δερβενοχωρίων και να κάνουμε τον κύκλο όλης της περιοχής, ξεκινήσαμε να πάμε προς τα πίσω, μια παράκαμψη 7 χιλιομέτρων προς Δάφνη.


Το χωριό βρίσκεται στους πρόποδες του όρους Πάστρα και φημίζεται για το πανηγύρι του Προφήτη Ηλία στις 20 Ιουλίου. Όμως αυτό αργεί ακόμη. Εμείς διασχίσαμε ένα ακόμη ορεινό χωριό της περιοχής που κάποτε έσφυζε από ζωή αλλά τώρα έχουν φύγει οι περισσότεροι κάτοικοι και δίπλα του κρύβει ωστόσο έναν «θησαυρό».


Ακολουθήσαμε την κατεύθυνση προς τη διπλανή Δαφνούλα, “χωριό φάντασμα” σήμερα με εγκαταλελειμμένα υποστατικά και στάνες.


Σαν να συνέβη κάτι ξαφνικό, που οδήγησε τους κατοίκους σε φευγιό κι εδώ σταμάτησε ο χρόνος.









Κατηφορίζουμε ένα καλοδιατηρημένο χωματόδρομο κι ακολουθούμε τις ταμπέλες προς Γέφυρα Γκέλη.
Στο τελευταίο κομμάτι, καμιά διακοσαριά μέτρα πριν, η Toyota βυθίζεται στις λάσπες και στυλώνει τις ρόδες αρνούμενη να προχωρήσει. Με τα πολλά τη βγάζουμε πίσω στον βατό χωματόδρομο.
Δεν πειράζει. Καλό το σλάλομ στη λάσπη. Κάνεις και τη γυμναστική σου.
Και τότε μέσα στον πράσινο λιβαδότοπο με τους κόκκινους θάμνους -δεν ξέρω τι φυτά είναι και δεν σκοπεύω να εκτεθώ- ξεπροβάλει το πέτρινο, υπέροχο, μοναχικό γεφύρι, που ενώνει τις όχθες του Ασωπού. Περίπου έξι μέτρα ύψος, με μια αψίδα και δυο μικρές καμάρες, σε εκτοξεύει με μιας στην Ήπειρο.





Από πού κι αν το δεις όμορφο είναι και χτίστηκε κατά την τουρκοκρατία γύρω στο 1700. Παρόλο που τα νερά του Ασωπού δεν τα λες και τα πιο καθάρια.
Ούτε ξέρω πόση ώρα κάτσαμε, λες και δεν θέλαμε να ξεκολλήσουμε από δω. Σίγουρα άξιζε κι η λάσπη και το σλάλομ. Μια σκάρτη ώρα από την Αθήνα να υπάρχει κάτι τόσο όμορφο.
H ώρα έχει πια προχωρήσει και το στομάχι διαμαρτύρεται. Κάπου κοντά σίγουρα κάτι ψητό περιμένει και για μας.
Κατευθυνόμαστε προς τα Σκούρτα που είναι ο μεγαλύτερος οικισμός των Δερβενοχωρίων και τόπος καταγωγής του Αθανάσιου Σκουρτανιώτη που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην Ελληνική Επανάσταση. Στα παιδικά του χρόνια φοίτησε στη Μονή του Οσίου Μελετίου και αργότερα μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία.

Τα Σκούρτα είναι γνωστά και λόγω του ράλυ Ακρόπολις, αλλά και από τις πολλές καλές του ταβέρνες.
Διαλέγουμε το Θανάση με φωτογραφίες στον τοίχο από αλλοτινές εποχές και τους παππούδες να παρακολουθούν τα πάντα.


Μια φωτογραφία μας μυεί και στον ύμνο της ρετσίνας
Τιμές υπερλογικές.
Χορτασμένοι από βόλτα, βροχή, τοπία, ομορφιές και πραγματικά πεντανόστιμα εδέσματα, παίρνουμε με το σουρούπωμα το δρόμο της επιστροφής προς Ελευσίνα.


Την επόμενη φορά θα ακολουθήσουμε το δρόμο προς Φυλή. Γιατί σίγουρα θα υπάρξει επόμενη φορά.