FeaturedTravel StoriesΕλλάδα

Αναζητώντας το Ιόνιο: Λευκάδα, η αβασίλευτη στο πέλαο δόξα

Ήταν περασμένο μεσημέρι όταν φτάσαμε στη γραφική και συννεφιασμένη Αμφιλοχία. Μια στάση πριν τον βασικό μας προορισμό τη Λευκάδα. Το επονομαζόμενο και νησί των ποιητών και των λογίων.

Στην Αμφιλοχία ο καιρός αμφιταλαντευόταν και τα ψαρομάγαζα της περιοχής είχαν μαζέψει τα τραπέζια τους που περίμεναν την πελατεία πάνω στο κύμα.

Ωστόσο βρήκαμε και χωθήκαμε στους μέσα χώρους και οι ψαρομεζέδες, συνοδεία τσίπουρου ήταν ότι πρέπει  για να γεμίσουμε τις εκδρομικές μας μπαταρίες. Άλλωστε είχαμε ξεκινήσει από την Αθήνα με το μαύρο χάραμα.

Τώρα μας χώριζε πλέον από την Λευκάδα λιγότερο από μια ώρα. Και η διαδρομή ανάμεσα σε πυκνά σύννεφά έμοιαζε με πίνακα.

«Η αβασίλευτη στο πέλαο δόξα», του Σικελιανού. Με το προνόμιο να συνδέεται με την ηπειρωτική Ελλάδα μέσω μιας πλωτής γέφυρας, η Λευκάδα συνδυάζει τις χάρες ενός νησιού του Ιονίου με τις ομορφιές της στεριάς. Κι επειδή πλέον τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια είναι στα ύψη, ας μην ξεχνάμε πως είναι προσβάσιμη χωρίς πλοία και ναύλους, όποια ώρα της ημέρας ο καθένας επιθυμεί.

Ένα νησί καταπράσινο, ένα νησί φημισμένο για τις παραλίες του (Πόρτο Κατσίκι, Εγκρεμνούς, Κάθισμα), την ένδοξη ιστορία του, τον πολιτισμό του. Τους ελαιώνες και τα ορεινά χωριά του (Δρυμώνας, Εξάνθεια, Καρυά, Εγκλουβη). Για πολλούς ο τόπος όπου τοποθετείται στην πραγματικότητα η ομηρική Ιθάκη.

Το όνομά της η Λευκάδα το πήρε από το “ακρωτήριο Λευκάτα” η αλλιώς “Κάβος της Κυράς”, που βρίσκεται στο νοτιότερο άκρο του νησιού. Το ακρωτήριο στην αρχαιότητα ονομαζόταν “Λευκάς πέτρα” ή “Λευκάς άκρα”. Ένας μύθος λέει ότι η ποιήτρια Σαπφώ, από τη νήσο Λέσβο, πήδηξε από το βράχο του ακρωτηρίου για να απαλλαγεί από τον έρωτά της για τον Φάωνα.

Πολλοί μύθοι σχετίζουν ακόμη τη Λευκάδα με τη θεά του έρωτα Αφροδίτη και τον Οδυσσέα, τον ήρωα που περιγράφει ο Όμηρος. Ο Γερμανός αρχαιολόγος Βίλελμ Ντέρπφελντ ξεκίνησε ανασκαφές σε διάφορες περιοχές του νησιού ανακάλυψε ευρήματα από την εποχή του Χαλκού (2000 π.χ.) και διατύπωσε τη θεωρία ότι η Λευκάδα είναι η Ομηρική Ιθάκη και το Παλάτι του Οδυσσέα ήταν στο Νυδρί της Λευκάδας, στη νότια ακτή του νησιού.

Η Λευκάδα είναι λοιπόν, γεμάτη αντιφάσεις. Είναι το δεύτερο ελληνικό νησί με οδική πρόσβαση, μετά την Εύβοια Επίσης θεωρείται τόπος ιδιαιτέρως τουριστικός, αλλά διαθέτει τοπία παρθένα, σαν να μην τα άγγιξε ποτέ ανθρώπου μάτι. Κοσμοπολίτικες παραλίες και απάνεμους κόλπους που προσεγγίζονται μόνο από σκάφη. Πολλά σκάφη είναι η αλήθεια. Παντού.

Θα μπορούσε να είναι η Ιθάκη όπως την ύμνησε ο Όμηρος, αλλά είναι το νησί του Βαλαωρίτη και του Σικελιανού και πολλών ακόμη ποιητών και λογίων.

Εχει φτάσει απόγευμα όταν προσεγγίζουμε επιτέλους. Σήμερα θα περιοριστούμε στην πρωτεύουσα του νησιού και δεν θα περιπλανηθούμε στην ενδοχώρα.

Παίζει κι εδώ ο ήλιος κρυφτό με τα σύννεφα. Στο μυαλό μου στριφογυρίζει η βόλτα στην πόλη και το παγωτό που μας υποσχεθεί ο Στέφανος, ένας από τους συνταξιδιώτες της εκδρομής που ξέρει όλα τα κατατόπια του νησιού.

Περνάμε τη γέφυρα. Ο οδηγός του πούλμαν ο Κώστας Μακρυνόρης μας μιλάει γι΄ αυτή με εγκυκλοπαιδικές λεπτομέρειες.

Η αλήθεια είναι πως πρόκειται για ιδιαίτερη κατασκευή. Η μεταλλική πλωτή γέφυρα που ενώνει τη Λευκάδα στη θέση «Κάστρο» με την υπόλοιπη Ελλάδα ονομάζεται «Αγία Μαύρα» και κατασκευάστηκε έπειτα από απόφαση του νομαρχιακού συμβουλίου του νησιού, την Άνοιξη του 1985. ΄Εχει μήκος 71 μέτρα και το βάρος της φτάνει στους 390 τόνους. Το μήκος για το κύριο τμήμα της είναι 50 μέτρα ενώ στις άκρες της φέρει δύο καταπέλτες μήκους 10,5 μέτρων, οι οποίοι σηκώνονται για να περάσουν βάρκες και πλοιάρια χωρίς κατάρτι και φυσικά όταν χρειαστεί να κινηθεί η γέφυρα για να εξυπηρετήσει τα μεγαλύτερα πλοία. Το ύψος που έχουν οι καταπέλτες από την επιφάνεια της θάλασσας είναι δύο μέτρα.

Ομως τα λόγια είναι περιττά την ώρα που τη διασχίζουμε και μπαίνουμε στη πανέμορφη λιμνοθάλασσα.

Η πόλη της Λευκάδας είναι πια μπροστά μας σε απόσταση αναπνοής και το λιμάνι σχεδόν δεν διακρίνεται από την πληθώρα ιστιοπλοικών. Ο πληθυσμός της σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είναι 8.673 κάτοικοι και μαζί με την Άμφισσα, το Καρπενήσι, και το Αργοστόλι είναι οι μικρότερες πρωτεύουσες νομών της Ελλάδας.

Στην είσοδο της πόλης βρίσκεται το βενετικό κάστρο, γνωστό ως κάστρο της Αγίας Μαύρας κι ακριβώς απέναντι η παραλία Αμμόγλωσσα, Αμέσως μετά βλέπουμε τη Γύρα που κυκλώνει τη λιμνοθάλασσα και βρίσκεται μπροστά από την πόλη

Μπροστά στην Αγία Μαύρα πιάνει ξανά μπουρίνι και το κάστρο φαντάζει σαν κλαμένο. Το πούλμαν περνάει χαλαρά από μπροστά του και καταφέρνω να το φωτογραφήσω.

Πρότυπο οχυρωματικής αρχιτεκτονικής του Μεσαίωνα με κεντρικό πυρήνα σε σχήμα ακανόνιστου επταγώνου που ενισχύεται στις γωνίες από επτά προμαχώνες και τρία εξωτερικά προτειχίσματα. Προστάτευε την πρωτεύουσα από την πρώτη δεκαετία του 14ου αιώνα ως το 1684. Σύμφωνα με ενδείξεις, στη θέση που χτίστηκε υπήρχε στην αρχαιότητα ναός της Αφροδίτης Αινειάδος.

Σύμφωνα με την παράδοση, το πρώτο περιτείχισμα έγινε κοντά στα 1300 από τον Ενετό ηγεμόνα Ιωάννη Ορσίνι που πήρε τη Λευκάδα ως προίκα, όταν παντρεύτηκε την κόρη του Δεσπότη της Ηπείρου Νικηφόρου του Α΄. Το 1479 το κατέλαβαν οι Τούρκοι, οι οποίοι κατασκεύασαν μια μεγάλη γέφυρα με 360 τόξα σε πεσσούς, που στήριζαν τους πήλινους αγωγούς μέσω των οποίων μεταφερόταν στο κάστρο το νερό από μια πηγή που υπήρχε στην περιοχή της Μεγάλης Βρύσης. Το έργο αυτό καταστράφηκε από τους σεισμούς, αλλά κάποιοι από τους πεσσούς βρίσκονται ακόμη μέσα στη λιμνοθάλασσα.

Στο εσωτερικό του φρουρίου διατηρούνται ερείπια κτιρίων της Ενετοκρατίας -στρατώνες, αποθήκες πυρομαχικών, κτίρια διοίκησης, νοσοκομείο, κατοικίες- που δέχθηκαν επεμβάσεις στην περίοδο της αγγλικής κατοχής.

Κάπως έτσι το περιγράφουν οι οδηγοί κι η αλήθεια είναι πως πρόκειται από τα πιο εντυπωσιακά κάστρα της ελληνικής επικράτειας.

Το πούλμαν επιτέλους σταματά στην πλατεία του λιμανιού. Ήρθε η ώρα για το πολυπόθητο παγωτό. Εχει επιστρέψει κι ο ήλιος και το βλέμμα μου αποσπάει το γεφυράκι. Κόσμος μαζεμένος και οι σέλφι πάνε σύννεφο.

Σημείο κατατεθέν και τόπος ραντεβού, είναι κάτι σαν ντόπια Γέφυρα των Στεναγμών κι ας μη θυμίζει σε τίποτα την αντίστοιχη της Βενετίας.

Λίγα λεπτά αργότερα ξεχυνόμαστε στην πόλη. Την τσίγκινη πόλη που είναι ανακηρυγμένος παραδοσιακός οικισμός. Παντού ξεχωρίζουν τα ξύλινα αντισεισμικά κτήρια, ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής, βαμμένα σε έντονα χρώματα.

Πέτρινα ισόγεια, ξύλινα χαγιάτια, βουκαμβίλιες, πολύχρωμα καφασωτά. Γλάστρες με λουλούδια παντού. Ο αρχικός ενετικός σχεδιασμός επιτρέπει στον αέρα να κυκλοφορεί στα καντούνια, ενώ ο μετέπειτα αγγλικός αντισεισμικός κανονισμός προσφέρει ασφάλεια. Η πόλη είναι έτσι δομημένη που είναι δροσερή ακόμη και στις ιδιαιτέρως υψηλές θερμοκρασίες.

Οι ναοί του 17ου-18ου αιώνα, που είναι διάσπαρτοι στους πεζόδρομους είναι επηρεασμένοι από τη δυτική αρχιτεκτονική και τα καμπαναριά, εντελώς ιδιαίτερα, λόγω της μεγάλης σεισμικότητας της περιοχής, είναι όλα σχεδόν μεταλλικά.

Κύριος δρόμος της πόλης είναι η πεζοδρομημένη οδός Ντέρπφελντ, που έχει το όνομα του διάσημου Γερμανού αρχαιολόγου Βίλελμ Ντέρπφελντ, ο οποίος πραγματοποίησε σημαντικές ανασκαφές στην Λευκάδα στις αρχές του 20ου αιώνα και προσπαθούσε να αποδείξει πως βρήκε την Ιθάκη. Στην οδό Ντέρπφελντ βρίσκονται ορισμένα από τα πιο αξιόλογα κτίρια της πόλης μαγαζιά, καφέ εκκλησίες. Η πλακόστρωτη οδός Μελά ή η Αγγέλου Σικελιανού συναγωνίζονται επίσης σε όμορφες εικόνες.

Η βόλτα εξελίσσεται σε μια όμορφη πρώτη γνωριμία με την πόλη και με τα παγωτά -από ντόπιο γάλα φυσικά- να με προκαλούν σε κάθε γωνιά, φρέσκα και σπαρταριστά.

Παίρνω μαύρη σοκολάτα και καρπούζι και συνεχίζω τη βόλτα. Ο κόσμος απολαμβάνει τον καφέ του στην πλατεία.

Εδώ βρίσκονται και τα περισσότερα καταστήματα με παραδοσιακά προϊόντα. Η λευκαδίτικη «σομάδα» που φτιάχνεται από πικραμύγδαλο, ζάχαρη και ανθόνερο και συνοδεύεται από παξιμάδι με κόλιαντρο. Επίσης το περίφημο ροζολί, ένα ιδιαίτερο χωνευτικό λικέρ με κανέλα και πορτοκάλι, που παρασκευάζει από το 1945 η ποτοποιία Φραγκούλη και λέγεται ότι έφεραν στο νησί οι Ενετοί.

Επίσης κανείς δεν φεύγει από τη Λευκάδα χωρίς να δοκιμάσει το διάσημο σαλάμι αέρος και το περίφημο μαντολάτο. Την ιταλική τεχνοτροπία του σαλαμιού λέγεται ότι έφερε στο νησί ένας Παξινός ή οι περίφημοι Μπουρανέλοι κι έμεινε για πάντα, καθώς το υγρό κλίμα του νησιού ευνοούσε την παρασκευή του. Φτιάχνεται από μοσχαρίσια παστωμένα έντερα, χοιρινό κρέας και λίπος, ολόκληρους κόκκους πιπεριού και σκόρδο. Το μαντολάτο πάλι λέγεται ότι οφείλει την ύπαρξή του στους μπαρμπέρηδες, οι οποίοι έφτιαχναν παστέλια και μαντολάτα στο πίσω μέρος των κουρείων όσο περίμεναν κάποιον πελάτη για κούρεμα ή ξύρισμα για να τους γλυκάνουν.

Η Λευκάδα δεν είναι όμως μόνο ένας οικισμός με ιδιαίτερη γοητεία, τουριστική άνθηση και τόπος συγκέντρωσης των ντόπιων και τουριστών του νησιού. Είναι και λίκνο πολιτισμού. Σήμερα διαθέτει 11 μουσεία, 6 βιβλιοθήκες και 10 πολιτιστικά σωματεία.Τόσο η Χαραμογλειος Λευκαδιακή Βιβλιοθήκη όσο και η συλλογή σπανίων δίσκων -φωνογράφων του Τάκη Κατωπόδη (Ντελημάρη) είναι μοναδικές, τουλάχιστον, στον ευρωπαϊκό χώρο.

Μουσείο Φωνόγραφου; Ποιος δεν εντυπωσιάζεται από κάτι τέτοιο; Δυστυχώς για μένα, δεν έχω χρόνο για μια επίσκεψη στο εσωτερικό. Επιφυλάσσομαι για την επόμενη φορά.

 Προσφατα άνοιξε τις πύλες του και το Ιστορικό Κέντρο Λευκάδιου Χέρν, επίσης το πρώτο στην Ευρώπη.

Η επίσκεψη στη Λευκάδα έχει ώρα λήξης. Για μένα κλείνει στο λιμάνι όπου δίνουν ραντεβού τα ιστιοπλοϊκά,

αλλά και στον δυτικό μόλο, εκεί όπου οι ψαράδες και τα πριάρια (ξύλινες βάρκες) αντανακλώνται στα ακύμαντα νερά της λιμνοθάλασσας.

Ο ήλιος πάει για ύπνο πάνω από τη Γύρα και το νερό παίρνει φωτιά.

Η μέρα τελειώνει στην Καστροσυκιά όπου διανυκτερεύουμε σε ένα παραλιακό ξενοδοχείο. Γεμάτη εικόνες κι εντυπώσεις και ολίγον κουραστική από τα πολλά χιλιόμετρα, αλλά και τα τερτίπια του καιρού που για ώρες δεν μπορούσε να αποφασίσει αν είναι καλοκαίρι ή φθινόπωρο.

Το επόμενο πρωί το όρντινο είναι και πάλι στις 07.00.

Επόμενη στάση: Νυδρί, Σκορπιός.

Ντορίτα Λουκίσσα

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1966 και σπούδασε Γαλλική Φιλολογία στο ΕΚΠΑ. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 άρχισε να εργάζεται σε έντυπα, αρχικά καλύπτοντας το διεθνές ρεπορτάζ. Σύντομα πέρασε στον χώρο των media και ασχολήθηκε με τον θαυμαστό τότε και ελπιδοφόρο ακόμη χώρο της τηλεόρασης, για λογαριασμό εφημερίδων και περιοδικών. Από άποψη δεν εργάστηκε ποτέ στην τηλεόραση, αλλά μόνο στο ραδιόφωνο και συγκεκριμένα του ΣΚΑΙ, την εποχή της άνοιξης της ιδιωτικής ραδιοφωνίας. Με το κλείσιμο της Ελευθεροτυπίας -τελευταία εφημερίδα στην οποία εργάστηκε- αποφάσισε να στραφεί στο διαδίκτυο και να ανακαλύψει την αδιάκοπη δραστηριότητα του ίντερνετ, συνεργαζόμενη με διάφορες ιστοσελίδες. Παράλληλα δραστηριοποιείται στο χώρο των multimedia.

Σχετικά Άρθρα

Back to top button