FeaturedTravel StoriesΕλλάδα

Ρουμλούκι Ημαθίας: Τα Ρουγκάτσια των Θεοφανείων

Αφήσαμε πίσω μας την Δράμα, και τα μάτια μας, άκλειστα σχεδόν τρία μερόνυχτα, άσβεστες φωτιές. Ζωντανές ακόμη οι εικόνες από τους «Αράπηδες» του Βώλακα. Τα βλέφαρα ανοιγόκλειναν και στριφογύριζαν οι «Γκιλίγκες» με τους «Τσολιάδες» που είχαμε συναντήσει στο Μοναστηράκι. Οι μουσικές και τα κουδούνια ηχούσαν στ΄αυτιά μας, ενώ το στομάχι βαρύ, από  το πρωινό με λουκάνικα, κιμαδόπιτες, τσίπουρο, κρασί, κεράσματα των φιλόξενων φίλων μας στο Μοναστηράκι. Είχαμε ακολουθήσει απ΄το χάραμα την «Τσέντα» στους δρόμους του χωριού, για τα «Χρόνια πολλά» από πόρτα σε πόρτα κι ως το κοιμητήριο. Όμως κούραση δε λογαριάζεις όταν ξέρεις ότι σε περιμένουν στο Ρουμλούκι!

Ρουμλούκι επικράτησε να λέγεται, από τα χρόνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, η περιοχή της Ημαθίας, η οποία περιλαμβάνει περίπου σαράντα χωριά και σημαίνει Ρωμιότοπος (Ρούμ : Ρωμιός-Λουκ : κοιλάδα), Ελληνότοπος, η χώρα των Γραικών. Συννεφιασμένος ουρανός, ψιλόβροχο και κρύο τσουχτερό, μύτες κόκκινες και χέρια παγωμένα, αλλά άνοιξη στην καρδιά με την θερμή υποδοχή που μας έκαναν τα «Ρουγκάτσια» στο Κεφαλοχώρι.

 «Άϊντε πάµε Χρήστο στα Ρουγκάτσια να ρουγκατσιέψουµι,

εσύ µε τη µαχαίρα και γω µε φουστανέλα να ρουγκατσέψουµι.

Ήρθαν τα Ρουγκάτσια, οι Ρουγκατσιαροί,

δώστι µας πίττα µι λουκάν’κα, πίττα µι αυγά.

Ήρθαν τα Ρουγκάτσια, οι Ρουγκατσιαροί.»

«Ρουγκάτσια» είναι οι φουστανελοφόροι κι ερχόμενοι προς το μέρος μας, τα μαντήλια τους αιχμαλωτίζουν το μάτι, ενώ οι φορεσιές με τα φλουριά λαμποκοπούν και απαστράπτουν. Τα σπαθιά, ξύλινα πια στις μέρες μας, υψώνονται και σχηματίζουν αψίδα, για να περάσουμε ένας – ένας υπό την σκέπη τους, λες κι ήμασταν βασιλιάδες. Το έθιμο με τα «ρουγκάτσια» έχει ρίζες στη βυζαντινή περίοδο, τότε που ανέθεταν σε μισθοφόρους να περιοδεύσουν στην περιοχή για να εισπράξουν χρήματα ή για να συλλέξουν αγαθά από την σοδειά. Όλα ανέκαθεν είχαν το τίμημα τους. Αργότερα, στην Τουρκοκρατία, εντελώς αναμενόμενο, η συνήθεια διατηρήθηκε, φτάνοντας στα μετέπειτα χρόνια οι κάτοικοι των χωριών σε συνεργασία με την εκκλησία, να διοργανώνουν «Ρουγκάτσια».

Σκοπός να μαζέψουν  προμήθειες, για τους ανθρώπους που είχαν ανάγκη, στα παλαιότερα χρόνια, κι αργότερα χρήματα, για την ανέγερση εκκλησιών και σχολείων. Λογική η εξήγηση πως η λέξη «ρουγκάτσια» προέρχεται από την λατινική “rogatio”, που σημαίνει ζήτηση.

Μπρος τα «ρουγκάτσια», η ουρά τους εμείς, περνάμε από πλατιούς δρόμους που οι αριθμοί στα σπίτια, δηλώνουν το έτος κατασκευής τους κι όχι το νούμερό τους.

Πεδιάδα, κάμπος, ίσιωμα, απλωσιά ντυμένη σε χρώματα χειμωνιάτικα, καθόλου μουντά, μα ίσα ίσα θερμά.

Ανακατεύεται η υγρασία με τον αέρα και σμίγει με τη γαλήνη της ελληνικής επαρχίας και τη μυρωδιά της βρεγμένης γης και του οργωμένου χώματος. Τα «ρουγκάτσια» τελούν ιεροτελεστία, με κυκλωτικές κινήσεις.

Σα δερβίσηδες, περιστρέφονται γύρω από τον εαυτό τους και στον κύκλο, υψώνουν και χαμηλώνουν τα σπαθιά πολεμώντας ένα αόρατο κακό. Περνούν από σπίτι σε σπίτι, σταματάνε, μάχονται με το χορό τους, γεύονται τα καλούδια των νοικοκυραίων που δίνουν και παίρνουν.  

Ο Δημήτρης ο Ψαθάς με το ζουρνά του και την παρέα του, λίγο παρακάτω. Δύο είναι οι ζουρνάδες: ένας παίζει τη μελωδία κι ο άλλος κρατά τον ίσο (ισοκράτημα).

Παρέα με το νταούλι παίζουν στα βήματα του πρωτοχορευτή, κι αυτός με τη σειρά του, πατά στη γη τα πόδια, αποκρινόμενος στους σκοπούς που ακούει. Σκοπός: η  αδιάλειπτη και συνεχής σχέση κίνησης κι ακούσματος, η σχεδόν ερωτική, που γιατρεύει τους πόνους κι ευφραίνει την ψυχή. Ήχοι που έχουν ρίζες πανάρχαιες και χάνονται στους αιώνες. Με δρομικές μελωδίες και συντονισμένο βηματισμό, ανάλαφρο και ρυθμικό , περνάμε μέσα απ΄ το χωριό, χαιρετάμε τους ανθρώπους και μας χαιρετούν κι αυτοί. Έχουν ανοίξει τις πόρτες και τις αγκάλες τους, έχουν στολίσει τις αυλές, φορούν το χαμόγελό τους. Κάποιοι είναι συγγενείς με τα «ρουγκάτσια».

Μάνες, γιαγιάδες, πατεράδες, παππούδες καμαρώνουν εγγόνια, παιδιά, ανίψια και τα δάκρυα που κυλούν στα μάγουλα είναι χαράς και συγκίνησης. Στάση-επανάσταση σε κάθε σταυροδρόμι που συναντάμε. Η μελωδία αλλάζει τακτικά, και τρεις – τέσσερις χοροί εναλλάσσονται : προσκυνητός, συγκαθιστός, ρουγκατσιάρικος, πατρώνα. Οι περισσότερες μελωδίες δεν έχουν στίχους στο σήμερα. Είχαν παλιά, τότε που οι άνθρωποι που κατοικούσαν στην περιοχή, στην πλειονότητα τους μιλούσαν Βουλγάρικα. Πατρώνα ή Πατρούνα στα βουλγάρικα είναι η Πετρούλα: «Πατρούνο (Πετρούλα), όμορφη κόρη αδύνατη, ψηλή, γιατί περνάς δίπλα από τις πόρτες μου θα μου κάψεις την καρδιά.»

Τα πανωφόρια μας έχουν αρχίσει να μουσκεύουν, βροχή κι ιδρώτας μαζί, με ζεστασιά στις ψυχές όμως, φτάσαμε ως το κατώφλι του δειλινού. Υποσχέσεις για τα ξανά, ευχές για καλή χρονιά, ευχαριστίες για την παρέα! Στην υγειά των Φώτων και των ανθρώπων.

Θερμά ευχαριστώ στον Δημήτρη Ψαθά που μου μίλησε για το έθιμο του τόπου, αγάπη, υγεία στην οικογένειά του και τους συντρόφους του μουσικούς! Και φυσικά μεγάλο ευχαριστώ, στον Στέφανο τον Γανωτή, μπροστάρη κι οδηγό μας, στου τόπου μας τους δρόμους, για την παράδοση γνώσεων που έχουν να κάνουν με τις ρίζες μας και την καταγωγή μας!

Άννα Σαρρή

ΛΟΓΙΣΤΡΙΑ Γεννήθηκα τον Μάρτιο του 71 στην Αθήνα. Μεγάλωσα στην Πετρούπολη ( όχι την Αγία), αλλά την τότε νεόδμητη συνοικία της Δυτικής Αθήνας. Το πρώτο μου μεγάλο ταξίδι ήταν στην Χιλή , το 1973 , τότε που έπεσε ο Αλιέντε. Ο πατέρας μου ήταν ναυτικός και με είχε πάρει η μάνα μου μαζί της, γιατί για πέντε και παραπάνω μήνες ταξίδευε μαζί του. Ήμουν δυο χρονών και δεν θυμάμαι τίποτα! Το δεύτερο μεγάλο ταξίδι, στην Χίο , τον τόπο καταγωγής μου, από την πλευρά του μπαμπά μου. Ήμουν δέκα χρονών και θυμάμαι πως επειδή ταξίδευα ως ασυνόδευτη, ήμουν υπό την επιτήρηση αεροσυνοδών. Για ένα μεγάλο διάστημα ήθελα να γίνω κι εγώ αεροσυνοδός κι ονειρευόμουν να έχω δυο σπίτια, ένα στον Πειραιά κι ένα στα Καρδάμυλα της Χίου. Το τρίτο μεγάλο ταξίδι , στην Λάρισα, όπου σπούδασα Διοίκηση Επιχειρήσεων. Πολλές οι δουλειές για τα χαρτζιλίκια, παιδί για τα τρεχάματα στην τοπική εφημερίδα «ΩΡΑ» και το περιοδικό «ΣΤΙΓΜΕΣ», σερβιτόρα σε καφέ, ομαδάρχισσα τα καλοκαίρια στις κατασκηνώσεις στο Τσάγιεσι, φωτογραφίες σε αίθουσες εκδηλώσεων και κέντρα διασκέδασης. Κάποια στιγμή αποφάσισα να μείνω και να εργαστώ στην Πάτρα, αλλά δεν κατάφερα να βρω δουλειά εκεί κι έτσι μόλις τελείωσα την πρακτική μου άσκηση, επέστρεψα στην Αθήνα, προς αναζήτηση εργασίας. Εργάστηκα για 27 χρόνια ως λογίστρια στην Minos Emi (σχολείο μεγάλο η δισκογραφία).Τώρα εργάζομαι στο λογιστήριο του μη κερδοσκοπικού Οργανισμού «Κάνε μια Ευχή Ελλάδας» και δουλεύω με νεράιδες και ξωτικά που εκπληρώνουν ευχές παιδιών, που έχουν σοβαρές ασθένειες. Ζω με την οικογένειά μου στην Ακαδημία του Πλάτωνα, γειτονιά που έχω αγαπήσει ιδιαίτερα για την ιστορία και την ομορφιά της. Εκανα ραδιοφωνικές εκπομπές στο ιντερνετικό ραδιόφωνο της γειτονιάς ΡΑΔΙΟ Ιστόφωνο, παρέα με φίλους και γείτονες. Συμμετέχω στην ομάδα Παραδοσιακών χορών «Περπερούνα», είμαι μέλος της φωτογραφικής ομάδας «Φωτοδυτικά» και προσπαθώ (όταν προλαβαίνω) να βοηθάω στην ΑΝΙΜΑ, εταιρεία Προστασίας άγριας ζωής, κάνοντας τις μεταφορές τραυματισμένων ζώων που φθάνουν στα πρακτορεία, από διάφορα μέρη της Ελλάδας στον Σταθμό της στην Καλλιθέα. Οταν τα καταφέρνω, ακολουθώ την ορειβατική ομάδα «ΟRA», σε όμορφες πεζοπορικές διαδρομές.

Σχετικά Άρθρα

Back to top button