Travel StoriesΕλλάδα

Λαύκος: Σπίτια εκτός τόπου και χρόνου

Πως μετέφεραν κάποτε έναν όγκο από μάρμαρο από τον κάμπο στο βουνό και μάλιστα από ένα φιδογυριστό μεσαιωνικό καλντερίμι; Τον φόρτωναν σ’ ένα ξύλινο πλατό, που το έσερναν βόδια, τα οποία προκειμένου να κάνουν καλύτερα τη δουλειά τους, πότιζαν τα πίτουρα που έτρωγαν με …κρασί. Κι έτσι τα ζωντανά έφευγαν σφεντόνα» στην ανηφόρα!

Εξωφρενικό, θα πείτε κι όμως συνέβαινε στον Λαύκο του Νοτίου Πηλίου εκεί που η ελιά γέννησε τον πλούτο ενώ οι Ηπειρώτες τεχνίτες έδωσαν την τεχνογνωσία. Κι έτσι το συγκεκριμένο χωριό περισσότερο αλλά και η Μηλίνα, το επίνειο του, όπως και η Αργαλαστή, γέμισαν αρχοντόσπιτα με τους νοικοκυραίους ν’ ανταγωνίζονται μεταξύ τους, ποιος θα στήσει το μεγαλύτερο και το ωραιότερο.

Θα πείτε πως αυτό θα μπορούσε να συμβεί σ’ οποιοδήποτε ελληνικό χωριό που διέθετε μια πλουτοπαραγωγική πηγή. Επί του προκειμένου όμως στο Νότιο Πήλιο, υπήρχε μια ιδιομορφία, τα ορυχεία μάρμαρου, που απέδωσαν κυρίως στο Λαύκο, μετατρέποντας τον στον βασιλιά των νεοκλασικών!

Η ιστορία που θα αφηγηθούμε ξεκίνησε γύρω στα 1860 και ήταν παράλληλη με την οικονομική άνθιση της περιοχής. Από τη Μηλίνα ξεκινούσαν τα καΐκια με τις βρώσιμες ελιές που έπιαναν στο Βόλο, μια και άλλος δρόμος δεν υπήρχε παρά μόνο ο θαλάσσιος, για να φτάσουν στη συνέχεια σ’ όλη την Ευρώπη ως την Αμερική.Όπως λέει ο Στάθης Χαρανάς βαθύς γνώστης του θέματος και μέλος του Πολιτιστικού Συλλόγου Λαύκου «Δράση», στα μέσα του 19ου αιώνα οι Ηπειρώτες τεχνίτες που έφτιαχναν τότε τα σπίτια χρησιμοποιούσαν τους όγκους της πράσινης και κίτρινης πέτρας που εύρισκαν στη θέση Αη Λιας, πέτρες που δουλεύονταν εύκολα με τα εργαλεία που τότε γίνονταν όλα στο καμίνι. Από αυτές και τα θαυμάσια σκαλισμένα πανωκάσια, τα υπέρθυρα δηλαδή, με τους σταυρούς και τις ημερομηνίες, τα φουρούσια αλλά και τα λαξευμένα λες σε μηχανή γωνιακά αγκωνάρια των σπιτιών. Αυτοί ακριβώς έδωσαν την τεχνογνωσία στους κατοίκους του Λαύκου, ανθρώπους με μικρό κλήρο που οδηγήθηκαν στις τέχνες. Έγιναν έτσι σαμαράδες, χτίστες, τσαγκάριδες, ναυτικοί, συχνά με δικά τους καΐκια και βέβαια μαρμαρογλύπτες. Έφτιαχναν σπίτια σ’ όλο το Πήλιο και αλλού, φεύγοντας μετά το Πάσχα και επιστρέφοντας στο χωριό τους στης Παναγίας τον Νοέμβρη. Δούλευαν πολλοί στο Όρος αλλά και στην Κωνσταντινούπολη, όπου έφτιαξαν σύλλογο κι έτσι έχτισαν σχολείο στο Λαύκο το 1864, το συντηρούσαν και πλήρωναν τους δασκάλους.

Πιθανολογείται πως η εξόρυξη του μάρμαρου άρχισε στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας του 1800 στη θέση Τζάστενη. Αργότερα ξεκίνησε και στο Λαφοκλήσι, όπου τα δύο λατομεία ήταν κοινοτικά και παρήγαγαν λευκό μάρμαρο που έφευγε σε χιλιάδες τόνους σ’ όλη την Ελλάδα με καΐκια.laukos_4Υπάρχει μάλιστα και μια χαρακτηριστική ιστορία ενός που έπαιρνε μάρμαρα από τη Τζάστενη και τα μετέφερε με το καΐκι στη Μηλίνα για να φτιάξει το σπίτι του. Ένα απόγευμα επιστρέφοντας μπήκε με το καΐκι σε μια σπηλιά κι αποκοιμήθηκε. Τον πήρε η νύχτα, ανέβηκε η παλίρροια, άρχισε να χτυπάει το κατάρτι του φορτωμένου πλεούμενου στην οροφή της σπηλιάς, ξύπνησε ο άνθρωπος και τι να κάνει, ευτυχώς είχε πριόνι μαζί του κι… έκοψε το κατάρτι.

Στο Λαύκο τα μάρμαρα ανέβαιναν με τη μέθοδο που προαναφέραμε, σε τρία τμήματα αν επρόκειτο για μπαλκόνι (δυο φουρούσια και η βάση). Παράλληλα με την εξόρυξη άρχισε να αναπτύσσεται και η τέχνη του μαρμαρογλύπτη. Παράλληλα όμως και με αυτή εξελίχθηκε και η άποψη για το πώς ήθελαν οι Λαυκιώτες τα σπίτια τους. Και έτσι, ταξιδεμένοι και με άποψη, κατέληξαν σε τρις τύπους: στα καθαρά σοβατισμένα νεοκλασικά ή τα νεοκλασικά με στοιχεία αρτ νουβό ή και τα σπίτια με εμφανή την πέτρα αλλά με μαρμάρινα μπαλκόνια και διακοσμητικά.Επειδή όμως σ’ όλα υπάρχει και η παρακμή η εργασία στα μάρμαρα σταμάτησε γύρω στα 1930 με μια και μόνη φωτεινή εξαίρεση, τον «Κήπο με τα’ αγάλματα», που δημιούργησε ο Θανάσης Φάμπας πριν μερικά χρόνια. Ο πολιτικός πρόσφυγας που έκανε μεγάλη καριέρα ως γλύπτης και ζωγράφος στη Ρουμανία, δεν ξέχασε το χωριό του. Με την επιστροφή του ζήτησε όγκους από λευκό μάρμαρο, τους οποίους δούλεψε, κάνοντας δώρο το αποτέλεσμα στο Λαύκο. Ο επισκέπτης μπορεί να δει τα πανέμορφα γλυπτά του Φάμπα εμπρός από το παλιό σχολείο στην πλατεία του χωριού.

INFO:

Δημαρχείο: 24230 65085

Κέντρο Υγείας: 24230 54611

Μέσω
Φωτογραφίες, Κείμενο: Χρήστος Σιάφκος

Xρήστος Σιάφκος

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1953 και σπούδασε δημοσιογραφία στο Πανεπιστήμιο του Παλέρμο στη Σικελία της Ιταλίας. Έχει εργαστεί αρχικά ως ρεπόρτερ και στη συνέχεια ως υπεύθυνος τμημάτων και αρχισυντάκτης σε εφημερίδες και περιοδικά, σχεδόν πάντα στο χώρο του πολιτιστικού ρεπορτάζ, με πιο πρόσφατο σταθμό την «Ελευθεροτυπία». Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε το 1999 με το μυθιστόρημα " Ένας χωρισμός" . Ακολούθησαν τα μυθιστορήματα "Υγρός Αύγουστος" και "Γλυκιά ζωή" . Συμμετείχε στις συλλογές διηγημάτων "Viverepericolosamente", "Chercherla… France", "Το λιμάνι της ζωής μου", "Σου γράφω ένα γράμμα" και "Ιστορίες στον αφρό". Έγραψε τη βιογραφία του Τάσου Ζωγράφου με τίτλο "Σκηνικό ζωής" αλλά και αυτή του Μιχάλη Κακογιάννη με τίτλο "Σε πρώτο πλάνο". Το 2011 έγραψε το "Νεόπτωχος ζητεί λύσεις επειγόντως". Το 2014 κυκλοφόρησε το τελευταίο του βιβλίο "Τέλος; Εποχής" από τις Εκδόσεις Παπαδόπουλος. Έχει μεταφράσει μυθιστορήματα, δοκίμια και ποίηση από τα ιταλικά.

Σχετικά Άρθρα

Back to top button